Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Κατίνα Παξινού: Η κορυφαία ηθοποιός του ελληνικού θεάτρου

Η Αικατερίνη Κωνσταντοπούλου ή, όπως είναι γνωστή σ΄ όλους μας, Κατίνα Παξινού γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου του 1900 στον Πειραιά. Ήταν κόρη μεγαλοαστικής οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν ο αλευροβιομήχανος Βασίλης Κωνσταντόπουλος.

Σπούδασε μουσική και κλασικό τραγούδι στο Ωδείο της Γενεύης και εν συνεχεία φοίτησε σε αντίστοιχες σχολές του Βερολίνου και της Βιέννης. Την πρώτη της εμφάνιση την έκανε στη σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά το 1920. Εκεί ερμηνεύει τον πρώτο της σημαντικό ρόλο στην όπερα «Αδελφή Βεατρίκη» την οποία έγραψε ο Δημήτρης Μητρόπουλος.

Παντρεύτηκε τον Γιάννη Παξινό και απέκτησε μαζί του δύο κόρες, αλλά ένα τραγικό γεγονός σημάδεψε τη ζωή της καθώς η μία από τις κόρες της πέθανε σε πολύ μικρή ηλικία.

Θεατρική πορεία και διεθνής καριέρα

Το 1929 εμφανίζεται για πρώτη φορά στο θέατρο ως μέλος του θιάσου της Κοτοπούλη, παίζοντας στο έργο του Ανρί Μπατάιγ «Η Γυμνή Γυναίκα». Τότε γνωρίζει τον Αλέξη Μινωτή, με τον οποίο θα παντρευτεί. Με τον Παξινό είχε χωρίσει, αλλά κράτησε το επίθετο για το υπόλοιπο της ζωής της.

Το 1931, μαζί με τον Μινωτή, προσχωρούν στον Συνεταιρικό Θίασο του Αιμίλιου Βεάκη, που ανεβάζει σημαντικά έργα του διεθνούς ρεπερτορίου. Από το 1932 έως το 1940 γίνεται μόνιμο μέλος του Εθνικού Θεάτρου, ερμηνεύοντας ρόλους που την καταξιώνουν ως κορυφαία ηθοποιό. Με το Εθνικό Θέατρο εμφανίστηκε σε Λονδίνο, Φρανκφούρτη και Βερολίνο.

Κατά την περίοδο του πολέμου εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ, όπου εμφανίζεται στο Μπρόντγουεϊ ερμηνεύοντας σπουδαίους ρόλους στον κινηματογράφο, χάρη στους οποίους κέρδισε διεθνή αναγνώριση.

Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1950 και αρχίζει τις εμφανίσεις της πάλι μαζί με τον Αλέξη Μινωτή στο Εθνικό Θέατρο, κάνοντας περιοδείες σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Ενώ μετά το 1957 ερμηνεύει μόνιμα στη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Οι ερμηνείες της αφορούν τόσο έργα του αρχαίου Θεάτρου, όσο και του σύγχρονου διεθνούς ρεπερτορίου. Στα σημαντικότερα έργα είναι η «Εκάβη», η «Μήδεια», οι «Φοίνισσες» και οι «Βάκχες» του Ευριπίδη, ο «Πατέρας» του Στρίντμπεργκ, «Η επίσκεψις της γηραιάς κυρίας» του Ντίρενματ, «Το Ταξίδι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα» του Ο’ Νιλ, «Η τρελή του Σαγιό» του Ζαν Ζιροντού, ο «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ.

Το 1968 η Κατίνα Παξινού και ο Αλέξης Μινωτής χαράζουν τη δική τους θεατρική πορεία, δημιουργώντας ένα δικό τους θίασο που εμφανίζεται στο Θέατρο «Αυλαία» της Θεσσαλονίκης και στο Θέατρο «Διάνα» της οδού Ιπποκράτους. Μεταξύ των άλλων, ανέβασαν τα έργα «Η Ήρα και το παγώνι» του Σον Ο’ Κέιζι, «Οι παλαιστές» του Στρατή Καρρά, οι «Βρικόλακες» του Ίψεν, «Ματωμένος Γάμος» του Λόρκα κ.ά. Την τελευταία της παράσταση στο θέατρο έπαιξε στο «Πάνθεον» με το έργο «Μάνα Κουράγιο» του Μπέρτολντ Μπρεχτ.

Εκλεκτικές εμφανίσεις στη «μεγάλη» οθόνη

Η πορεία της στον χώρο του κινηματογράφου υπήρξε ιδιαίτερα εκλεκτική, καθώς έπαιξε μόνο σε 11 ταινίες. Εμφανίστηκε στην ταινία «Ο κύριος Αρκάντιν» του Όρσον Γουέλς το 1955 και «Ο Ρόκο και τ’ αδέλφια του» του Λουκίνο Βισκόντι το 1960, καθώς και στην ταινία «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα» του Σαμ Γουντ κερδίζοντας το 1944 με την ερμηνεία της το Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου. Ενώ το 1949 της απονεμήθηκε το Βραβείο Κοκτό στο Φεστιβάλ Μπιαρίτς για την ερμηνεία της στο κινηματογραφικό έργο του Ντάντλεϊ Νίκολς «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα».

Η μόνη ταινία ελληνικής παραγωγής, στην οποία πρωταγωνίστησε, ήταν το «Νησί της Αφροδίτης» του Γιώργου Σκαλενάκη το 1969, βασισμένη στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Αλέξη Πάρνη.

Ο Αλέκος Σακελλάριος διεκδικούσε την Παξινού για τον ρόλο της θείας Καλλιόπης στη ταινία του «Η Θεία από το Σικάγο», αλλά υπερίσχυσε η γνώμη του Φίνου, ο οποίος πίστευε ότι η ταινία δεν θα έχει επιτυχία, καθώς την έχουν συνηθίσει να τη βλέπουν σε τραγωδίες στην Επίδαυρο και όχι σε ελαφρές κωμωδίες στον κινηματογράφο.

Οι τιμητικές διακρίσεις και το «αντίο»

Η Κατίνα Παξινού δραστηριοποιήθηκε και στις μεταφράσεις θεατρικών έργων του Ευγένιου Ο’ Νιλ και έγραψε τη μουσική για την τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή, που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη το 1933 και σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή το 1952.

Τιμήθηκε με τον Χρυσό Ανώτερο Ταξιάρχη Γεωργίου Α’ και με τον Ανώτερο Ταξιάρχη της Δυτικής Γερμανίας, καθώς και με τον τίτλο της Αξιωματούχου Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλίας και με το Βραβείο «Ιζαμπέλα Ντ’ Εστέ».

Έφυγε από τη ζωή στις 22 Φεβρουαρίου 1973 στην Αθήνα, σε ηλικία 72 ετών.