Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Αρναία Χαλκιδικης: Αποκαλύπτεται στο κοινό ο Ι.Ν. Αγίου Στεφάνου με το γυάλινο δάπεδο

Ο γνωστός, για το γυάλινο δάπεδό του, ναός του Αγίου Στεφάνου Αρναίας αποκαλύπτει τα μυστικά του στις εκπαιδευτικές επισκέψεις για κοινό κάθε ηλικίας που διοργανώνει κατά το φετινό καλοκαίρι η Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους.

Η ιστορία των ανασκαφών, που έφεραν στο φως τουλάχιστον τέσσερις φάσεις, οι οποίες ξεκινούν από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια και φτάνουν μέχρι το σημερινό, μεταβυζαντινό ναό, ξεδιπλώνεται μαζί με προβολές και υλικό αρχείου.

Οι επισκέψεις θα πραγματοποιηθούν στις 4, 5, 11, 12, 18 και 19 Αυγούστου 2022, στις 12.30.

Η διάρκεια του προγράμματος είναι συνολικά 45 λεπτά και οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να δηλώσουν συμμετοχή μέχρι και την προηγούμενη της επίσκεψης στο τηλέφωνο 2310-285.163 ή με μήνυμα στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου: [email protected].

Υπάρχει επίσης η δυνατότητα, μετά από συνεννόηση, να πραγματοποιηθεί το πρόγραμμα στα αγγλικά ή γαλλικά για ξένους επισκέπτες.

Η ιστορία του Ναού

Στην Αρναία της Χαλκιδικής, πολύ κοντά στην κεντρική πλατεία του χωριού, δίπλα ακριβώς στο παλιό δημοτικό σχολείο – το σημερινό Δημαρχείο- και στο εμβληματικό καμπαναριό με το ρολόι, υψώνεται ο Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Στεφάνου. Ο ναός, μεγάλου μεγέθους και ικανών διαστάσεων (μήκος 40.90 μ., πλάτος 19.58 μ. και εμβαδόν 813 τ.μ.), ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής και είναι κτισμένος το 1812, όπως προκύπτει από μαρμάρινη ενεπίγραφη πλάκα που βρίσκεται εντοιχισμένη στην πρόσοψή του.

Το βράδυ της 5ης Σεπτεμβρίου του 2005, ο ναός καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς από μεγάλη πυρκαγιά που ξέσπασε στο εσωτερικό του και επεκτάθηκε πολύ γρήγορα. Από τη φωτιά διασώθηκε μόνο η πέτρινη τοιχοποιία· η στέγη κατέρρευσε, ενώ οτιδήποτε βρισκόταν εντός του κτηρίου -πλην λιγοστών εξαιρέσεων- κάηκε σε ελάχιστο χρόνο (μεταξύ αυτών εικόνες, βιβλία, διάφορα άλλα κειμήλια και αντικείμενα μεγάλης ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, το μεγάλο και μοναδικής τεχνοτροπίας επαργυρωμένο και επιχρυσωμένο ξύλινο τέμπλο και ο περίτεχνος ξυλόγλυπτος δεσποτικός θρόνος).

Με στόχο την επαναλειτουργία του ναού το συντομότερο δυνατό, το έργο της αποκατάστασης του καμένου κτηρίου ξεκίνησε άμεσα μετά από έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας & Θρησκευμάτων της Ελλάδας, με τη συνεργασία των τοπικών φορέων, αλλά και με πολύτιμους συμπαραστάτες τους πολίτες της Αρναίας και των γύρω περιοχών. Η κινητοποίηση όλων υπήρξε μαζική και πρωτόγνωρη. H καινούργια στέγη του ναού κατασκευάστηκε στο πρότυπο της παλιάς, με ξυλεία από το γειτονικό δάσος της Βαρβάρας, το παλιό δάπεδο αφαιρέθηκε και δημιουργήθηκε νέο, τοποθετήθηκε καινούργιο ξύλινο τέμπλο, στερεώθηκαν οι ξύλινοι κίονες των δύο κιονοστοιχιών, ανακατασκευάστηκε ο γυναικωνίτης, η εσωτερική πλευρά των τοίχων επιχρίστηκε, το κτήριο εξοπλίστηκε με νέα έπιπλα (στασίδια, καθίσματα, προσκυνητάρια), τοποθετήθηκαν καινούργια κουφώματα, αντικαταστάθηκαν οι εικόνες, τα σκεύη και τα λειτουργικά αντικείμενα.

Στον μαραθώνιο της ανακατασκευής και της ανακαίνισης του πυροπαθούς κτηρίου ήρθε να προστεθεί αναπάντεχα ένα νέο μέτωπο αρχαιολογικής δραστηριότητας, όπως εξηγεί σε σχετικό πληροφοριακό σημείωμα ο Σπύρος Δ. Τσαφαράς, Αρχαιολόγος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους:

Χάρη στις εξαντλητικές και συστηματικές ανασκαφικές έρευνες της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, στο εσωτερικό του ναού διαπιστώθηκε η ύπαρξη τριών παλαιότερων κτηρίων: μιας μεγάλης τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, ενός μικρού μονόχωρου βυζαντινού ναού και ενός μεγάλου ορθογώνιου μεταβυζαντινού οικοδομήματος χωρίς κόγχη. Επίσης, ήρθαν στο φως -εκτός από θεμέλια και τμήματα τοίχων προγενέστερων κτισμάτων- πολυάριθμα κινητά και μη κινητά ευρήματα που χρονολογούνται από την παλαιοχριστιανική εποχή έως και την περίοδο της τουρκοκρατίας: αβαφής και εφυαλωμένη κεραμική, πορσελάνινα όστρακα, πήλινες κεραμίδες, θραύσματα μαρμάρου, γυάλινα αντικείμενα, υπολείμματα ξύλου και υφάσματος. Μεταλλικά -σιδερένια, χάλκινα, μολύβδινα και ασημένια- αντικείμενα (σκεύη, εργαλεία, κοσμήματα, εξαρτήματα, νομίσματα). Κονιάματα και τοιχογραφίες (στη θέση τους, αλλά και σε μορφή σπαραγμάτων), εξάπλευρες πήλινες πλάκες δαπέδου και πήλινοι αγωγοί. Επιπλέον, αξιοσημείωτη είναι και η αποκάλυψη δεκαπέντε ταφών, καθώς και ο εντοπισμός μεγάλου αριθμού οστών από ανακομιδές. Με άλλα λόγια, οι ανασκαφές της Εφορείας έφεραν στο φως μία σημαντικότατη πτυχή της ιστορίας της περιοχής, η οποία μέχρι το 2005 ήταν παντελώς άγνωστη και ανέδειξαν την μακραίωνη και αδιάλειπτη ανθρώπινη παρουσία και δραστηριότητα στην Αρναία και ειδικότερα στον χώρο, όπου υψώνεται ο ναός του Αγίου Στεφάνου.

Η παλαιοχριστιανική βασιλική χρονολογείται με ασφάλεια γύρω στο 400 μ.Χ., χάρη σε ένα χάλκινο νόμισμα με την προτομή του αυτοκράτορα Αρκάδιου, το οποίο βρέθηκε σε ταφή πλησίον της βορειοδυτικής της γωνίας. Ο ναός αυτός διέθετε νάρθηκα, τρία κλίτη (εκ των οποίων, το κεντρικό ήταν διευρυμένο σε σχέση με το βόρειο και το νότιο), μεγάλη ημικυκλική κόγχη στην ανατολική του πλευρά, καθώς και προσκτίσματα τόσο στη βόρεια όσο και στη νότια πλευρά του. Οι συμπαγείς και εκτεταμένοι τοίχοι της βασιλικής (μαζί με τις θεμελιώσεις τους), οι οποίοι αποτελούνται από μεγάλες και μικρές πέτρες ακανόνιστου σχήματος και κατά τόπους σώζονται σε ύψος 1.5 περίπου μ, επιτρέπουν την παρακολούθηση της κάτοψης του οικοδομήματος και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα λαμπρό μνημείο των πρώτων χριστιανικών αιώνων.

Στους μέσους βυζαντινούς χρόνους, ανάμεσα στον 10° και τον 11° αιώνα, οικοδομήθηκε στο κεντρικό κλίτος της ήδη κατεστραμμένης και εγκαταλελειμμένης παλαιοχριστιανικής βασιλικής, ένας ναΐσκος μικρών διαστάσεων, αποτελούμενος από έναν ενιαίο χώρο περιορισμένης έκτασης. Στην ανατολική πλευρά του ναού αυτού διαμορφώθηκε μικρή ημικυκλική κόγχη, η οποία εγγράφηκε στη μεγάλη κόγχη της παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Ένα τμήμα της πρώτης σώζεται και είναι τοιχογραφημένο: διακρίνονται ξεκάθαρα τρία ζεύγη ποδών και το κάτω μέρος ενδυμάτων, τα οποία ανήκουν πιθανότατα σε παράσταση Τριών Ιεραρχών.

Το τρίτο και νεότερο οικοδόμημα που εντοπίστηκε, είναι ένα μεγάλο ορθογώνιο κτήριο, το οποίο ανάγεται στους μεταβυζαντινούς χρόνους (16°-17°ς αι.). Το οικοδόμημα αυτό κοσμούσαν τοιχογραφίες, οι οποίες βρέθηκαν πεσμένες και κατακερματισμένες στο εσωτερικό του και ιδιαίτερα στις περιοχές του βόρειου, του ανατολικού και του νότιου τοίχου του. Επιπλέον, μία ζωγραφική παράσταση με φυτικά κοσμήματα και άλλα θέματα διατηρείται στην αρχική της θέση στην εσωτερική πλευρά του ανατολικού τοίχου του κτηρίου. Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι το οικοδόμημα αυτό έφερε δάπεδο αποτελούμενο από εξάπλευρες πήλινες πλάκες, οι οποίες κατά τόπους σώζονται in situ και σε εξαιρετικά καλή κατάσταση.

Σε διάφορα σημεία του βόρειου και του κεντρικού κλίτους του σημερινού ναού αποκαλύφθηκαν δεκαπέντε συνολικά ταφές. Όλες οι ταφές βρίσκονται στον άξονα δύσης-ανατολής, είναι λακκοειδείς, ενώ η διαμόρφωσή τους ποικίλει κατά περίπτωση. Η χρονολόγηση των ταφών αποτελεί ένα ζήτημα που είναι ακόμα υπό εξέταση. Υπάρχουν πάντως ενδείξεις ότι ορισμένες ανάγονται στην παλαιοχριστιανική εποχή (τέλη 4ου -αρχές 5°υ αι.), ενώ άλλες φαίνεται ότι είναι αρκετά μεταγενέστερες (16°“ αι.), γεγονός που υποδεικνύει ότι οι δεκαπέντε ταφές ανήκουν σε περισσότερες από μία χρονολογικές περιόδους.

Το έργο της Εφορείας δεν περιορίστηκε όμως μόνο στην αποκατάσταση του κατεστραμμένου από την πυρκαγιά ναού, ούτε εξαντλήθηκε στον εντοπισμό και στην αποκάλυψη των παραπάνω αρχαιοτήτων στο εσωτερικό του. Μετά το πέρας των αναστηλωτικών εργασιών και των ανασκαφικών ερευνών πραγματοποιήθηκε η προστασία και η συντήρηση των ευρημάτων, σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση και την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου. Στο καινούργιο δάπεδο του ναού τοποθετήθηκαν ειδικοί υαλοπίνακες, πάνω στους οποίους οι προσκυνητές και οι επισκέπτες έχουν σήμερα τη δυνατότητα να σταθούν και να παρατηρήσουν τις υποκείμενες αρχαιότητες.

Ο ναός του Αγίου Στεφάνου στην Αρναία της Χαλκιδικής αποτελεί πλέον -εκτός από τόπο θρησκευτικής λατρείας – έναν επισκέψιμο χώρο ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Πρόκειται για τον μοναδικό αυτή τη στιγμή ναό στην Ελλάδα που από τη μία λειτουργεί κανονικά, εξυπηρετώντας τις ανάγκες εκατοντάδων πιστών, από την άλλη είναι κτισμένος επάνω σε αρχαιότητες μεγάλης ιστορικής αξίας, οι οποίες είναι στο μεγαλύτερό τους μέρος ορατές. Είναι μάλιστα γεγονός ότι από τις αρχές του 2009 που ολοκληρώθηκε το έργο της Εφορείας στον ναό, πολυάριθμοι επισκέπτες κάθε ηλικίας, Έλληνες και ξένοι, οργανωμένοι σε ομάδες ή μεμονωμένοι, κατακλύζουν καθημερινά το Μνημείο, γνωρίζοντας τον ιστορικό και αρχαιολογικό πλούτο της Αρναίας και γενικότερα της βορειοανατολικής Χαλκιδικής.