Τρισάγιο για την ανάπαυση των θυμάτων της πανδημίας τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας
Τρισάγιο για την ανάπαυση των θυμάτων της πανδημίας του κορωνοϊού τέλεσε την Παρασκευή, 31 Ιουλίου, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στο Σύδνεϋ, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος. Κατά τη διάρκεια της Ακολουθίας, ο Σεβασμιώτατος μνημόνευσε τα ονόματα των ομογενών που έφυγαν από τη ζωή τις τελευταίες ημέρες και βεβαίως αυτών που ήταν φιλοξενούμενοι του Κέντρου Φροντίδας τρίτης ηλικίας «Βασιλειάδα», στη Μελβούρνη.
«Βρεθήκαμε σήμερα εδώ, συντετριμμένοι όλοι από τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων, για να προσευχηθούμε υπέρ αναπαύσεως των ψυχών όλων των θυμάτων της πανδημίας που έχει ενσκήψει στη χώρα μας αλλά και σε όλη την ανθρωπότητα», ανέφερε στην εισαγωγή του επιμνημόσυνου λόγου του και συνέχισε: «Μνημονεύσαμε ειδικώς τα ονόματα των κεκοιμημένων αδελφών μας, που ήταν ένοικοι του κέντρου φροντίδας τρίτης ηλικίας “Βασιλειάδα” στη Μελβούρνη, και ολοκαρδίως ευχόμαστε εξ ύψους παρηγορία και ενδυνάμωση στους συγγενείς και στους οικείους τους, οι οποίοι δοκιμάζονται σκληρά από την απώλεια των αγαπημένων τους προσώπων».
Ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Μακάριος διαβεβαίωσε τους συγγενείς και τους φίλους των θυμάτων πως μαζί τους θρηνούν σύσσωμη η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Αυστραλίας και ιδιαίτερα οι άνθρωποι που τόσα χρόνια εργάζονται με αφοσίωση στη “Βασιλειάδα”. «Να είναι σίγουροι ότι ο πόνος τους είναι και δικός μας πόνος», υπογράμμισε με έμφαση. «Την οδύνη που βιώνουν αυτοί, τη βιώνουμε κι εμείς», συμπλήρωσε και επισήμανε: «Τόσο η ελαχιστότητά μου, ως ο Αρχιεπίσκοπος και Ποιμενάρχης σας, όσο και οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι όλης της Αυστραλίας και όλοι οι κληρικοί της τοπικής μας Εκκλησίας, οι συνεργάτες και συντελεστές των ιδρυμάτων μας, συμπάσχουμε για τους θανάτους των αδελφών μας. Και μαζί με εμάς, μαζί με τους συγγενείς των θυμάτων του κορωνοϊού, συμπάσχουν και συνθρηνούν αυτές τις ημέρες οι άνθρωποι που τόσα χρόνια υπηρετούν με αφοσίωση το ιερό καθήκον που τους έχει ανατεθεί στη “Βασιλειάδα”. Όλοι οι άνθρωποι από τη διοίκηση και το προσωπικό του ιδρύματός μας στη Μελβούρνη, που επί χρόνια φρόντιζαν τους ενοίκους με αγάπη, σα να ήταν δικοί τους γονείς, σα να ήταν δικοί τους παππούδες και γιαγιάδες, αυτές τις ημέρες ο καθένας τους ξεχωριστά βιώνει ένα βαρύ πένθος. Είναι σα να έχασαν μέλη των δικών τους οικογενειών. Και τούτο, θα ήταν άδικο να το αρνηθούμε, όσο κι αν η θλίψη και η οδύνη, ο πανικός και η αγανάκτηση αναπόφευκτα κυριαρχούν αυτές τις δύσκολες ώρες».
Ακολούθως, ο Σεβασμιώτατος απηύθυνε παράκληση για υπομονή και κατανόηση, σημειώνοντας ότι «προσωπικώς, όπως και όλη η ομογένεια, κρίνοντας από την συσσωρευμένη εμπειρία του παρελθόντος, δεν μπορούμε να διαγράψουμε και να αγνοήσουμε τη διαχρονικά καλή μαρτυρία αυτού του ιδρύματος στην αυστραλιανή κοινωνία». «Παρακαλώ όλους τους ανθρώπους να δείξουν υπομονή και να μας δώσουν χρόνο», επισήμανε, προσθέτοντας ότι «μελετώ προσωπικά τα δεδομένα και αν χρειαστεί δε θα διστάσω να λάβω σκληρές αποφάσεις για το καλό του Ιδρύματος». «Όσον αφορά τους συγγενείς των θυμάτων», συνέχισε, «τους διαβεβαιώνω ότι η Εκκλησία δε θα τους αδικήσει, όπως δεν το έκανε ποτέ μέχρι σήμερα. Παρακαλώ να δείξουν υπομονή και κατανόηση, λαμβάνοντας υπόψιν ότι ζούμε πρωτόγνωρες για την ανθρωπότητα καταστάσεις. Κανείς δεν μπορεί να διαχειριστεί την πανδημία μέχρι να βρεθεί η θεραπεία».
Ο Αρχιεπίσκοπος μετέφερε ακόμη τη συμπάθεια και τις συλλυπητήριες ευχές του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, καθώς και τα συλλυπητήρια της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδας. «Είμαι σε συχνή επικοινωνία με τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη», ανέφερε, «ο οποίος συμπάσχει με τους συγγενείς των θυμάτων και με την δική μας αγωνία. Μεταφέρω σε όλες τις οικογένειες τις συλλυπητήριες ευχές του υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών μας. Παρομοίως, μεταφέρω τις συλλυπητήριες ευχές του Πρωθυπουργού της Ελλάδος κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και του Υφυπουργού Εξωτερικών και αρμοδίου για τον Απόδημο Ελληνισμό κ. Κωνσταντίνου Βλάση».
Επίσης, τόνισε ότι ο ίδιος βρίσκεται σε συνεχή και στενή συνεργασία με τις αρμόδιες κυβερνητικές αρχές της Βικτώριας και με τους αρμόδιους της «Βασιλειάδας», προκειμένου να αντιμετωπιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η τρέχουσα κατάσταση. «Μίλησα με τους υπουργούς Υγείας κ. Greg Hunt και Φροντίδος Ηλικιωμένων κ. Richard Colbeck», σημείωσε, «και πολλές φορές καθημερινώς ενημερώνομαι από τους αρμοδίους του Ιδρύματος». «Όλοι μαζί συνεχίζουμε να στηρίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις τη δύσκολη προσπάθεια που βρίσκεται σε εξέλιξη», επισήμανε, «με σκοπό να ξεπεραστεί η τρέχουσα δοκιμασία και να εκλείψει κάθε κίνδυνος για τους ενοίκους της “Βασιλειάδας” μας από εδώ και στο εξής». «Παρομοίως στηρίζουμε και τα υπόλοιπα έντεκα ιδρύματα της “Βασιλειάδας”, σε όλη την αυστραλιανή επικράτεια, στα οποία δεν έχει καταγραφεί ούτε ένα κρούσμα του κορωνοϊού», συμπλήρωσε.
Ο Σεβασμιώτατος δεν παρέλειψε να αναφερθεί στους νοσούντες από τον κορωνοϊό που αυτή τη στιγμή νοσηλεύονται, κάνοντας ειδική μνεία στην ευάλωτη κατηγορία των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας και προσευχόμενος για τη γρήγορη ανάρρωσή τους. «Παράλληλα, η σκέψη μας βρίσκεται στους ομογενείς μας και σε όλους τους συμπολίτες μας που νοσηλεύονται, προσβληθέντες από τον κορωνοϊό, καθώς και στις οικογένειές τους που βιώνουν ώρες αγωνίας», τόνισε. «Προσευχόμαστε να αναρρώσουν τάχιστα», συνέχισε, «για να μη θρηνήσει άλλους νεκρούς ούτε η ελληνική παροικία, ούτε γενικότερα η αυστραλιανή κοινωνία. Ιδιαιτέρως αγωνιούμε και προσευχόμαστε για τους συνανθρώπους μας που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες πληθυσμού, όπως είναι η τρίτη ηλικία, δεδομένου ότι, όπως είναι γνωστό, από τη δοκιμασία της πανδημίας ταλανίζονται περισσότερα από εξήντα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων στη μητροπολιτική περιοχή της Μελβούρνης και ευρύτερα στην επικράτεια της Πολιτείας της Βικτώριας, με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα να ανέρχονται σε πολλές εκατοντάδες».
Καταληκτικά, απηύθυνε θερμή παράκληση για τήρηση των μέτρων προστασίας από την πανδημία, ενώ κάλεσε όλους να εντείνουν τις προσευχές τους για τερματισμό της δοκιμασίας που βρίσκεται σε εξέλιξη. «Δεν παύουμε να επαναλαμβάνουμε τη θερμή παράκληση προς το ελληνορθόδοξο ποίμνιο και προς το σύνολο των συμπολιτών μας για σεβασμό και πλήρη εναρμόνιση με τις οδηγίες και τα μέτρα προστασίας, που ανακοινώνουν οι κυβερνητικές αρχές», υπογράμμισε, «προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω εξάπλωση της πανδημίας και να προστατευτεί αποτελεσματικά η δημόσια υγεία». «Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί», επισήμανε, «οφείλουμε να διατηρούμε την ελπίδα μας στον Θεό, εντείνοντας διαρκώς τις προσευχές μας για τερματισμό αυτής της σκληρής δοκιμασίας. Προσωπικά, είμαι πεπεισμένος ότι με τη βοήθεια του Θεού, σύντομα θα καταφέρουμε να την ξεπεράσουμε. Σας καλώ όλους σε μια συστράτευση προσευχής, υπομονής, ελπίδας και αγάπης».