«Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ζωντανή απόδειξη ότι διαφορετικοί πολιτισμοί μπορούν να συνυπάρχουν με ειρήνη»
Η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, τη Δευτέρα, 27 Ιανουαρίου, απευθύνθηκε προς την ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως του Συμβουλίου της Ευρώπης, κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου αυτής κ. Θεοδώρου Ρουσοπούλου.
Στην αρχή της ομιλίας του, ο Παναγιώτατος, συνεχάρη τον κ. Ρουσόπουλο για την ομόφωνη επανεκλογή του το πρωί της ιδίας ημέρας στη θέση του Προέδρου της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως, ενώ έκανε λόγο για σημαντική συγκυρία η ομιλία του να συμπίπτει ημερολογιακά με την 80ή επέτειο από την απελευθέρωση των κρατουμένων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς-Μπιρκενάου. Στη συνέχεια, χαρακτήρισε μοναδικό προνόμιο τη δυνατότητα να απευθυνθεί στα μέλη αυτού του διεθνούς οργανισμού, ο οποίος εργάζεται για τη διαφύλαξη και προώθηση των θεμελιωδών αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, δηλαδή όλων εκείνων που καθορίζουν τα πανανθρώπινα ιδανικά. Χαρακτήρισε ιδιαίτερη τιμή την παρουσία των μελών της Συνελεύσεως και όλων των επισήμων και ξένων διπλωματών, και τόνισε ότι ως Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως ακολουθεί τα βήματα μιας μακράς σειράς εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων με παγκόσμιο όραμα που εκτιμούν ότι ο κόσμος της πίστης μπορεί να αποδειχθεί ισχυρός σύμμαχος στις προσπάθειες της κοινωνίας να αντιμετωπίσει ζητήματα ελευθερίας, δικαιοσύνης και ειρήνης.
«Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η θρησκεία μπορεί να προσφέρει μια μοναδική προοπτική στον στόχο της εξάλειψης της φτώχειας και της πείνας, στην αντιμετώπιση του φονταμενταλισμού και του ρατσισμού, καθώς και στην προώθηση της ανεκτικότητας και του διαλόγου. Οι εκκλησίες και οι θρησκευτικές κοινότητες δεν είναι μόνο κομβικές στην προσωπική ή πνευματική ζωή των ανθρώπων. Διατηρούν επίσης κρίσιμο ρόλο στην κινητοποίηση θεσμών και κοινωνιών σε πολλαπλά επίπεδα. Είτε έχουμε να κάνουμε με την κλιματική αλλαγή ή με περιφερειακή σύγκρουση, υπάρχει σήμερα ένα αυξημένο αίσθημα κοινής ανησυχίας και κοινής ευθύνης, το οποίο βιώνουν με ιδιαίτερη ευαισθησία οι άνθρωποι της πίστης, μαζί και με εκείνους των οποίων η οπτική είναι καθαρώς κοσμική».
Αναφερόμενος στη μακραίωνη διαδρομή του Οικουμενικού Πατριαρχείου επεσήμανε ότι «αυτή ακριβώς η ζωντανή παράδοση πίστης μάς επιτρέπει να μιλάμε με τόλμη για κρίσιμα σύγχρονα ζητήματα, όπως η θρησκευτική ελευθερία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος».
Στη συνέχεια πρόσθεσε:
«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρωτοστατήσαμε σε μια σειρά διαχριστιανικών διαλόγων αλλά και διαθρησκευτικών συνομιλιών, για να οικοδομήσουμε γέφυρες μεταξύ διαφορετικών πολιτισμικών και φυλετικών διαφορών. Σε έναν κόσμο που αποδεικνύεται ολοένα και περισσότερο διχασμένος και διχαστικός, αισθανόμαστε την υποχρέωση και την κλίση να χτίσουμε γέφυρες ειρήνης και ενότητας, καθώς και συνεργασίας και σύμπραξης.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ζωντανή απόδειξη ότι διαφορετικοί πολιτισμοί και διαφορετικές θρησκείες μπορούν να συνυπάρχουν με αλληλεγγύη και ειρήνη. Αυτό είναι το όραμα και το μήνυμά μας». Στην κατεύθυνση αυτή, όπως είπε, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, σφυρηλατώντας και καλλιεργώντας δεσμούς πέρα από θρησκευτικά και πολιτιστικά σύνορα, διοργάνωσε πριν από τριάντα χρόνια ένα διαθρησκειακό συνέδριο στην Πόλη, το οποίο διακήρυξε ότι «κάθε έγκλημα που διαπράττεται στο όνομα της θρησκείας είναι έγκλημα που διαπράττεται κατά της θρησκείας».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης, στην ομιλία του, επεσήμανε τη σημασία του διαλόγου και υπογράμμισε την επείγουσα ανάγκη προστασίας του πλανήτη μας. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ανθρωπιστική κρίση στη Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα στη Γάζα, και υπενθύμισε την ηθική και πνευματική στήριξη που εξέφρασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο προς τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία Αντιοχείας και Ιεροσολύμων και το δοκιμαζόμενο ποίμνιό τους. Επίσης, αναφέρθηκε, και στην ταλανιζόμενη Εκκλησία της Ουκρανίας, και τόνισε ότι η παραχώρηση και αναγνώριση της αυτοκεφαλίας της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, πριν έξι χρόνια, καταδεικνύει «πώς η κανονική τάξη και η ποιμαντική μέριμνα μπορούν να επουλώσουν διαιρέσεις και πληγές αιώνων».
Σε άλλο σημείο, o Πατριάρχης αναφέρθηκε στην αλληλεξάρτηση και τόνισε πως «είτε μιλάμε για σύγκρουση και αδικία, για οικονομία ή οικολογία, για μεροληπτικές διώξεις ή για αναγκαστική μετανάστευση, καλούμαστε να έχουμε στη σκέψη μας ότι κανένας από εμάς δεν μπορεί πλέον να παριστάνει ότι ζει σα να μην υπάρχει ο υπόλοιπος κόσμος. Όλοι μας έχουμε την ηθική υποχρέωση να εξετάζουμε προσεκτικά το πώς κατοικούμε στον κόσμο, τις επιλογές που κάνουμε και τους τρόπους ζωής που φιλοδοξούμε να υιοθετήσουμε».
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του σημείωσε:
«Μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά στον κόσμο. Μπορούμε να βοηθήσουμε περισσότερο τους συνανθρώπους μας. Μπορούμε να τους προσφέρουμε νέα ελπίδα εάν όλοι μας —πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες— εργασθούμε μαζί για έναν κοινό στόχο: να αφήσουμε πίσω μας έναν καλύτερο κόσμο για τα παιδιά μας από αυτόν που κληρονομήσαμε ή δημιουργήσαμε. Ένα κόσμο όπου η σύγκρουση και ο πόλεμος δεν είναι οι τρόποι επίλυσης διαφορών και διχασμών, όπου όλες οι θρησκείες και όλες οι φυλές γίνονται ισότιμα και αδιακρίτως σεβαστές, όπου οι άνθρωποι απολαμβάνουν την αγάπη ως μητρική γλώσσα όλης της ανθρωπότητας, και όπου προστατεύεται η ποικιλομορφία της φύσης».
Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος απάντησε σε ερωτήματα που του έθεσαν οι πέντε επί κεφαλής των παρατάξεων της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως. [Διαβάστε εδώ την ομιλία του Παναγιωτάτου, τις ερωτήσεις που δέχθηκε και τις απαντήσεις του]
Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος παρακάθησε σε επίσημο γεύμα που παρέθεσε προς τιμήν του το Συμβούλιο της Ευρώπης. Ακολούθησαν κατ’ ίδιαν συναντήσεις του Παναγιωτάτου με τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως του Συμβουλίου κ. Θ. Ρουσόπουλο, τον Γενικό Γραμματέα κ. M. Alain Berset, καθώς και με τον κ. Lulian Bulai, Πρόεδρο της Συμμαχίας Φιλελευθέρων και Δημοκρατικών στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση, μαζί με την κ. Elena Lasconi, Πρόεδρο του Κόμματος USR της Ρουμανίας.