Βαρυσήμαντη ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου στο κατάμεστο Centrepiece στη Μελβούρνη
«Παραμείνατε έως εσχάτης υμών αναπνοής εντός της Αγίας Κιβωτού της Ορθοδόξου Πίστεως και εις τα όσα παρελάβατε εκ των πατέρων ημών». Με την πατρική αυτή παρότρυνση επισφράγισε η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος τη βαρυσήμαντη ομιλία την οποία εκφώνησε κατά το επίσημο Δείπνο, που παρετέθη προς τιμήν Του στη Μελβούρνη, υπό της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας.
Κεντρικό θέμα της Πατριαρχικής ομιλίας ήταν η σημασία του διαλόγου στον σύγχρονο κόσμο, ιδιαιτέρως ανάμεσα στις Χριστιανικές Εκκλησίες και στις θρησκείες ευρύτερα. Εισαγωγικά, ο Παναγιώτατος επαίνεσε την αυστραλιανή κοινωνία, μια κοινωνία ελευθερίας, προοπτικών και ευημερίας, αντιπαραβάλλοντας αυτές τις συνθήκες με τους πολέμους, την πείνα, τις αδικίες και τα πλείστα όσα δεινά που βασανίζουν τους ανθρώπους σε άλλες γωνιές της γης. Αφού ανέλυσε συνοπτικά τους παράγοντες που προκαλούν αυτά τα δεινά, εστιάζοντας στην «απύθμενο πλεονεξία της ανθρωπίνης φύσεως», υπογράμμισε ότι οι Χριστιανικές Εκκλησίες «έχουν ευαγγελικόν χρέος να υψώσουν ισχυράν φωνήν διαμαρτυρίας». Φωνή, η οποία όμως είναι αποδυναμωμένη εξαιτίας των διαιρέσεων, όπως παρατήρησε.
Στο σημείο αυτό υπενθύμισε πως το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι πρωτοπόρος στην υπόθεση του διαλόγου, ενώ παρέθεσε, ενδεικτικά, σχετικές πρωτοβουλίες των προκατόχων του, καθώς και απόσπασμα από τα επίσημα έγγραφα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης. Ακολούθως, διεμήνυσε ότι «η Ορθόδοξος Εκκλησία, εκ της φύσεως και της συστάσεώς της, επιθυμεί και προωθεί τον διάλογον, ιδίως τον διαχριστιανικόν, διότι ούτος και μόνος είναι ο τρόπος της προσεγγίσεως, της καταλλαγής και της πολυποθήτου αλλ᾽ εισέτι απραγματοποιήτου ενότητος». «Όστις εχθρεύεται τον διάλογον, και μάλιστα “προφάσει ευσεβείας”», συνέχισε, «είναι πολέμιος της ειρήνης του Χριστού και υποπίπτει εις βαρύτατον αμάρτημα. Κατά την ταπεινήν ημών πατριαρχίαν εδέχθημεν αναρίθμητους σκαιάς ύβρεις και συκοφαντίας διά την υπόθεσιν του διαλόγου, αλλά δεν καμπτόμεθα και αγωνιζόμεθα και θα αγωνιζώμεθα όσον ο Θεός το επιτρέπει, μη παραβλέποντες ασφαλώς και τα πάμπολλα αναφυόμενα προβλήματα». Εστιάζοντας, εξάλλου, στις διχοστασίες εντός της Ορθοδόξου Εκκλησίας, έκανε λόγο για «προφάσεις εν αμαρτίαις» και υπογράμμισε πως «η μόνη αλήθεια είναι η επιθυμία διά την πρωτοκαθεδρίαν και την απομείωσιν των απαραγράπτων δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου και την ανατροπήν της κανονικής τάξεως της Εκκλησίας εις την λογικήν ενός ακράτου εθνοφυλετισμού».
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης ολοκλήρωσε την ομιλία του με τη διαβεβαίωση ότι «παρά την προσωπικήν μας αναξιότητα, τα λάθη και τας ανθρωπίνας αδυναμίας, οι εν Φαναρίω φρυκτωροί και δαδούχοι της ιεράς φρυκτωρίας της Μεγάλης Εκκλησίας, εις συνεργασίαν μετά των κατά τόπους αγίων Αρχιερέων, και ασφαλώς και μετά του εκλεκτού ποιμενάρχου σας, Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου, διακρατούμεν ανόθευτον, απαράτρεπτον και ακαινοτόμητον την πίστιν και την παράδοσιν της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, και το λέγομεν μετά καθαρού συνειδότος και ενώπιον του Κυρίου». «Έχετε εμπιστοσύνην εις την Μεγάλην Εκκλησίαν, ήτις διεφύλαξεν επί αιώνας τα άγια και τιμαλφή της Ρωμηοσύνης, και μη ακούετε τας μωράς και ανοήτους και βεβήλους φωνάς των ασεβούντων κατά του παναγίου Σώματος του Κυρίου, ήτοι της Αγίας ημών Εκκλησίας», κατέληξε.
Νωρίτερα, τον Παναγιώτατο καλωσόρισε ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Μακάριος, περιγράφοντας συνοπτικά την πορεία ακμής του Ελληνισμού στην αυστραλιανή μεγαλούπολη και καταθέτοντας με ειλικρίνεια την αγωνία που τον διακατείχε όταν αναλάμβανε το πηδάλιο της τοπικής Εκκλησίας, αγωνία σχετιζόμενη με φαινόμενα διχασμών στην Ομογένεια της Μελβούρνης. Υπογραμμίζοντας και ο ίδιος την αξία του διαλόγου, επεσήμανε με ικανοποίηση ότι «η Μελβούρνη σήμερον είναι πηγή εγκαυχήσεως και αναψύξεως διά την ελαχιστότητά μου και την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αυστραλίας, διότι τα πλείστα των προσκομμάτων του παρελθόντος δεν υφίστανται πλέον, τα διαρραγέντα απεκατεστάθησαν, οι παραπικρασμοί ελησμονήθησαν και η προτέρα αγάπη ανεθερμάνθη. Το εν Βικτωρία πλήρωμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας αποτελεί το μεγαλύτερον πληθυσμιακώς τμήμα της Αρχιεπισκοπής μας και, συνεπώς, η αποκατάστασις της ενότητος και της ομονοίας είχε και έχει ανυπολόγιστον τον θετικόν αντίκτυπον εις όλην την Ομογένειαν. Διό και δοξάζομεν το Πανάγιον Πνεύμα διά το πολύτιμον αυτό δώρον της ειρήνης και της καταλλαγής».
Το επίσημο Δείπνο προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχου φιλοξενήθηκε στην κατάμεστη από περίπου 1.500 ομογενείς αίθουσα Centrepiece, στο Melbourne Park. Παρεκάθησαν, μεταξύ άλλων, τα μέλη της Πατριαρχικής Συνοδείας, την οποία αποτελούν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος και Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεος, οι Πανοσιολ. Μέγας Πρωτοσύγκελλος κ. Γρηγόριος, και Μέγας Εκκλησιάρχης κ. Αέτιος, Διευθυντής του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου, ο Ιερολ. Πατριαρχικός Διάκονος κ. Ευλόγιος, Κωδικογραφεύων της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, η Οσιωτ. Μοναχή Ιακώβη, Ηγουμένη του Ιερού Ησυχαστηρίου του Τιμίου Προδρόμου Ακριτοχωρίου, οι Εντιμολ. Άρχων Διδάσκαλος του Γένους κ. Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής, Διευθυντής του Α’ Πατριαρχικού Γραφείου, και Άρχων Διδάσκαλος της Εκκλησίας κ. Θεόδωρος Γιάγκου, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, οι Εντιμ. κ. Νικόλαος – Γεώργιος Παπαχρήστου, Διευθυντής του Πατριαρχικού Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας, κ. Θεμιστοκλής Καρανικόλας, εκ του προσωπικού του Πατριαρχείου, καθώς επίσης οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ και Σεβαστείας κ. Σεραφείμ, οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, ο Πρέσβης της Ελλάδος στην Αυστραλία κ. Σταύρος Βενιζέλος, ο Ύπατος Αρμοστής της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Αντώνιος Σαμμούτης, οι Γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδος στη Μελβούρνη κ. Εμμανουήλ Κακαβελάκης και στην Αδελαΐδα κ. Αλεξάνδρα Θεοδωροπούλου, η Ομοσπονδιακή Βουλευτής κ. Μαρία Βαμβακινού, ο κ. John Pesutto, Αρχηγός της Αντιπολιτεύσεως στην Πολιτεία της Βικτώριας, ο κ. Jeff Kennett, πρώην Πρωθυπουργός της Βικτώριας, Άρχοντες της Μ.τ.Χ.Ε., ο κατά σάρκα αδελφός του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Νικόλαος Αρχοντώνης και οι γονείς του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας, Εμμανουήλ και Φωτεινή Γρινιεζάκη. Το Δείπνο διανθίστηκε από μουσικό πρόγραμμα, ενώ στην κορύφωση της βραδιάς ο Παναγιώτατος, από κοινού με τον Σεβασμιώτατο κ. Μακάριο, έκοψαν εόρτια τούρτα για τα εκατό χρόνια της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας.