Η Εκκλησία της Ελλάδος εόρτασε τον Προστάτη της, Άγιο Φώτιο
Μετά πάσης εκκλησιαστικής λαμπρότητος εορτάστηκε και εφέτος η μνήμη του Αγίου Φωτίου του Μεγάλου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, τον οποίον τιμά κατ’ εξοχήν η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι Θεολογικές Σχολές Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Το πρωί της Πέμπτης, 6 Φεβρουαρίου, αρχικώς τελέστηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία, ιερουργούντων των ορισθέντων υπό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου κ. Ιεροθέου και Θεσσαλονίκης κ. Φιλοθέου.
Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, στο Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο στεγάζεται σε χώρους της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης, πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη, κατά την ημέρα αυτή, σύσκεψη των μελών της Ιεράς Συνόδου με τους Καθηγητές και τους λοιπούς διδάσκοντες στις Θεολογικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Στον εορτασμό παρέστησαν ο επικεφαλής του Γραφείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου εν Αθήναις, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Λαοδικείας κ. Θεοδώρητος, ο Εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αθήνα, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γουινέας κ. Γεώργιος, ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου στην Αθήνα, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Ιερώνυμος, οι Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Μητροπολίτες Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος, Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Εφραίμ, Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Κέας, Μήλου, Δήλου και Μυκόνου κ. Δωρόθεος, Γρεβενών κ. Δαβίδ, Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος, Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Στέφανος, Σισανίου και Σιατίστης κ. Αθανάσιος, Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου κ. Ιερόθεος και Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεος.
Παρέστησαν επίσης οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Δωδώνης κ. Χρυσόστομος, Χαλκίδος κ. Χρυσόστομος, Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος, Νέας Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος κ. Γαβριήλ, Ιωαννίνων κ. Μάξιμος και Περιστερίου κ. Γρηγόριος, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Κορωνείας κ. Παντελεήμων, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Θεσπιών κ. Παύλος, ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Ιωάννης Καραμούζης και ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Βαρνάβας Θεοχάρης.
Παρόντες ήταν ακόμη ο Αντιπρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Χρήστος Καραγιάννης, οι Κοσμήτορες των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης κ. Εμμανουήλ Καραγεωργούδης και Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος π. Αθανάσιος Γκίκας, αντίστοιχα, οι Πρόεδροι των τεσσάρων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών, καθώς και ο Πρόεδρος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών κ. Αθανάσιος Καψάλης.
Της συσκέψεως προέστη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, ο οποίος κηρύσσοντας την έναρξη, μεταξύ άλλων, ανέφερε: «Ο ιερώτατος Φώτιος κυριολεκτικώς κυριάρχησε στην πνευματική αναγέννηση του Βυζαντίου κατά τον 9ο αιώνα και μάλιστα μετά τα δεινά που είχαν επισωρεύσει οι εικονομαχικές έριδες. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι στην ακτινοβόλο προσωπικότητά του συνυπάρχουν σε πλήρη αρμονία η βαθειά ορθόδοξη ευσέβεια και πίστη με την εκπληκτική του κατάρτιση και γνώση, η ενασχόληση με τα γράμματα και την πολιτική σε συναρμογή με τη θαυμαστή επίδοσή του στη θεολογική συγγραφή και την υμνογραφία, η αγάπη του προς τον μοναχικό βίο και την προσευχή με την ακαταπόνητη δραστηριότητα σε όλους σχεδόν τους τομείς της εκκλησιαστικής και κοινωνικής διακονίας, η ευρύτητα του πνεύματός του με τον σεβασμό στην εκκλησιαστική παράδοση και την αγιοπατερική διδασκαλία.
Τα ως άνω χαρακτηριστικά καθιστούσαν τον Άγιο Φώτιο ολοκληρωμένη προσωπικότητα, άνθρωπο χαρισματικό, γνήσιο ποιμένα και εκκλησιαστικό διδάσκαλο, διάδοχο των Αποστόλων και των προ αυτού Αγίων Ιεραρχών, όχι μόνο ως προς το επισκοπικό αξίωμα, αλλά κυρίως ως μέτοχο τον “τρόπων” τους, του ευαγγελικού τους δηλαδή ήθους, της ακριβούς πίστεως της θυσιαστικής αγάπης και του μαρτυρικού βίου τους.
Η ευσέβεια, την οποία κληρονόμησε από τους γονείς του, η πίστη στο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Λόγου του Θεού και η ακλόνητη πεποίθηση ότι, εφόσον ο Υιός του Θεού έγινε και Υιός του ανθρώπου, δύναται να ιστορηθεί, να περιγραφεί «εν εικονίσμασιν», εκφράζουν αναφανδόν την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και στο εικονοφιλικό πνεύμα της Εκκλησίας. Άλλωστε ο πατέρας του, Άγιος Σέργιος, υπέστη μαρτύρια, εξορίστηκε κατά την δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας ως εικονόφιλος και απεβίωσε στην εξορία ως ομολογητής».
Αμέσως μετά έλαβαν τον λόγο ο Αντιπρόεδρος της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, οι Κοσμήτορες των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης και ο Πρόεδρος του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου της Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών, οι οποίοι ευχήθηκαν στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλαδος κ. Ιερώνυμο, με την ευκαιρία της επετείου συμπληρώσεως 17 ετών από της αναρρήσεως αυτού στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο των Αθηνών.
Θέμα της εφετινής συσκέψεως ήταν: «Δεικνύναι, αλλά και λέγειν: Σκέψεις για την αναγκαιότητα μιας στοχαστικής μαρτυρίας της Θεανδρικότητας με αφορμή την εικονοφιλία του Αγίου Φωτίου» και Εισηγητής ο κ. Χαράλαμπος Βέντης, Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Στην εμπεριστατωμένη Εισήγησή του ο κ. Βέντης ανέφερε ότι η κρίση που διέρχεται η μεταφυσική στο φυσιοκρατικό μας κοσμοείδωλο, σε συνδυασμό με την υπερέξαρση του βιώματος σε βάρος του θεολογικού στοχασμού και την πρόταξη του κοινωνικού κηρύγματος του Ευαγγελίου ως δημοφιλέστερης εναλλακτικής στην αλήθεια για το πρόσωπο και το είναι του Θεανθρώπου (και κατ’ επέκταση για τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα) δεν πρέπει να συσκοτίζουν τον θεμέλιο λίθο της Ορθοδοξίας: ότι η δογματική αρχιτεκτονική του προσώπου του Χριστού συνιστά σώζουσα αλήθεια αδιαχώριστη από την ηθική πράξη, πρωτίστως διότι ένας φαντασιακός Χριστός δεν είναι Εικόνα του Πατρός και αδυνατεί εκ φύσεως να σώσει, δηλαδή να ακεραιώσει τον άνθρωπο (σύμφωνα με «το απρόσληπτον και αθεράπευτον»).
Τούτου δοθέντος – τόνισε ο Εισηγητής – η θεολογία, ως στοχαστική εμβάθυνση στις δομικές προκείμενες της Χριστολογίας και της Τριαδολογίας, δεν αποτελεί πολυτέλεια, αλλά ζωτικότατη υπαρξιακή μας ανάγκη, καθ’ όσον αμφισβητεί την κατεστημένη πρόσληψη του πτωτικού κόσμου, ανοίγοντας τους οφθαλμούς πέραν του προφανούς, του δεδομένου και του τετριμμένου. Εν όψει της προέλασης του φυσιοκρατικού υλισμού ως έλλογου και φιλάνθρωπου αντιδίκου της πίστης, η ερμηνευτική αξιοποίηση της δογματικής σκευής της Εκκλησίας κρίνεται εκ νέου απαραίτητη για τον επανευαγγελισμό του κόσμου, σε πείσμα του φόβου για τις ευθύνες και τα ρίσκα της θεολογίας, που σοβεί ακόμη και σε αμιγώς θρησκευτικά περιβάλλοντα.
Μετά την εισήγηση ο κ. Χαράλαμπος Βέντης απάντησε σε ερωτήσεις και τοποθετήσεις. Ακολούθως, ο Μακαριώτατος παρέθεσε γεύμα προς τιμήν των Καθηγητών των Θεολογικών Σχολών.