Η εκπαίδευση στην ελληνορθόδοξη ιστορική κοινότητα Μαρωνείας κατά τις αρχές του 20ου αιώνος
– Έγγραφη Αναφορά – Έκθεση του Καθηγητού Γυμνασίου Αδριανουπόλεως Χ. Σκαλισιάνου ενεργήσαντος επιθεώρηση στα Ελληνικά Σχολεία των οθωμανοκρατούμενων περιοχών Δεδεαγάτς και Γκιουμουλτζίνης εν έτει 1907.
Η ιστορική και παλαίφατη ελληνορθόδοξη κοινότητα της Μαρωνείας έχουσα εύρωστη οικονομία και άρτια οργανωμένο κοινοτικό σύστημα, μετά τις ιδιαίτερα ευνοϊκές για τους υπόδουλους Ρωμιούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας μεταρρυθμίσεις των λεγομένων «Τανζιμάτ», με την έκδοση υπό της Υψηλής Πύλης των αυτοκρατορικών διαταγμάτων του «Χάττι Σερίφ του Γκιουλχανέ» (1839) και του «Χάττι Χουμαγιούν» (1856), καθώς και μετά την εν έτει 1862 εφαρμογή σε πλήρη ισχύ από την Υψηλή Πύλη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο των λεγομένων «Εθνικών ή Γενικών Κανονισμών», έχει να επιδείξει μία ραγδαία εξέλιξη και πρόοδο, πολύπλευρη ποιοτική βελτίωση και αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος αυτής, η οποία καταγράφεται μετά το έτος 1900 και κυρίως με την εν έτει 1907 έναρξη της λειτουργίας της νεοδμήτου Χατζέϊου εκταταξίου Αστικής Σχολής Αρρένων, ήτοι του λεγόμενο Σχολαρχείου.
Η πρώτη αξιόπιστη ιστορική μαρτυρία περί της εκπαιδευτικής καταστάσεως στην ελληνορθόδοξη κοινότητα Μαρωνείας κατά το β΄ ήμισυ του 19ου αιώνος διασώζεται στα γραφόμενα του Ηπειρωτικής Καταγωγής Ιατρού Μιχαήλ Μελιρρύτου, ο οποίος ως μόνιμος κάτοικος Μαρωνείας, όπου ασκούσε το επάγγελμα αυτού, εξέδωσε εν Κωνσταντινουπόλει, κατά το έτος 1871, το αξιόλογο ιστορικό πόνημά του, υπό τον τίτλο: «Περιγραφή Ιστορική και Γεωγραφική Υπ’ Εκκλησιαστικήν Έποψιν της Θεοσώστου Επαρχίας Μαρωνείας», στο οποίο αναφερόμενος μεταξύ άλλων και στην οργάνωση του εκπαιδευτικού εν Μαρωνεία συστήματος και στην λειτουργία των ελληνορθοδόξων εκπαιδευτηρίων αυτής γράφει ότι: «Ευμοιρεί έτι η κώμη της νυν Μαρωνείας, εκ μιάς ενοδμήτου κομψής και εκτεταμένης Σχολής (1863 ανοικοδομηθείσης), ης το κάτω πάτωμα απαρτίζει την αλληλεδιδακτικήν, το δε άνω την Ελληνικήν Σχολήν, διευθυνομένας αμφοτέρας υπό φιλομούσου εφορίας της λεγομένης αδελφότητος, ήτις συνεμάχησε προ δύω ετών ήδη και αναπληροί όλας τας ελλείψεις αυτής, πληρώνουσα τους διδασκάλους, και εκ Κωνσταντινουπόλεως προμηθεύουσα διάφορα διδακτικά βιβλία, εξ ων πολλά διανέμονται δωρεάν τοις απόροις των μαθητών∙ ο τοιούτος συνασπισμός, και η τοιαύτη της αδελφότητος ενέργεια, δύναται τω όντι να πληρώση διά την Μαρώνειαν την ωραιοτέραν σελίδα των επαίνων συγκρινομένην προς τας γειτνιαζούσας άλλας κώμας και πόλεις».
Μετά μίαν δωδεκαετία, ήτοι εν έτει 1883, ο Νικόλαος Γ. Χατζόπουλος συνέταξε και υπέβαλε λεπτομερή έγγραφη έκθεση με τεκμηριωμένα στατιστικά δεδομένα περί «απάσης της εν Θράκη Επαρχίας Μαρωνείας» προς την εν Κωνσταντινουπόλει φιλεκπαιδευτική και Φιλανθρωπική Αδελφότητα, όπου αναφέρει ότι «η Κωμόπολις αύτη ήκμαζε προ ολίγων ετών διά του εμπορίου των καπνών, όπερ ενήργουν, οι δραστήριοι και οι ελληνίστατοι κάτοικοι αυτής∙ νυν δε ένεκα των προ εξαετίας, περίπου ληστοπραξιών του διαβοήτου Πέτκα και του Παππά, μόλις περιλαμβάνει 300-350 οικογενείας ενώ πρότερον είχε διπλάσιον, ως έγγιστα πληθυσμόν. Έχει Ελληνικήν Σχολήν, Δημοτικήν και Παρθεναγωγείον».
Σύμφωνα λοιπόν με τις ως άνω ιστορικές πηγές, κατά το χρονικό διάστημα των ετών 1863 έως και 1905, οπότε άρχισε η σταδιακή ανοικοδόμηση της Χατζέϊου Αστικής Σχολής Αρρένων, στην Μαρώνεια οι Σχολές εστεγάζοντο σε διώροφη οικοδομή Ν.Δ. της Κεντρικής Πλατείας του χωρίου. Στο πρώτο πάτωμα της οικοδομής αυτής, η οποία ήταν γνωστή με την ονομασία Αρρεναγωγείο, εστεγάζετο το Δημοτικό και στο δεύτερο το λεγόμενο Ελληνικό Σχολείο. Επιπλέον δε στο Δημοτικό Σχολείο λειτουργούσαν και τμήματα της λεγομένης Αλληλοδιδακτικής Σχολής. Φαίνεται ότι στη Μαρώνεια και μάλιστα σε άλλο, δεύτερο οικοδόμημα, εστεγάζοντο το Παρθεναγωγείο και το Νηπιαγωγείο της κοινότητος, γεγονός το οποίο αποδεικνύει την άρτια εκπαιδευτική οργάνωση αυτής. Άξιο ιδιαιτέρας μνείας και χάριν της ιστορικής πληρότητος και τεκμηριώσεως των γραφομένων είναι το γεγονός ότι αμφοτέρα αυτά τα εκπαιδευτικά οικοδομήματα δεν σώζονται σήμερα, επειδή το μεν Παρθεναγωγείο κατεδαφίσθη κατά το έτος 1935, το δε Αρρεναγωγείο, το οποίο εστεγάζετο στο αρχοντικό του αοιδίμου Μαρωνίτη Θωμά Χατζηγιαννούδη και οι Μαρωνίτες το ονόμαζαν «παλατάκι», υπέστη αρχικώς εκτεταμένες καταστροφές υπό των Βουλγάρων, κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913, και τελικώς κατεδαφίσθη εν έτει 1950.
Χρονικό ορόσημο για την εκπαιδευτική κατάσταση στη Μαρώνεια ήταν το έτος 1905 όταν οι οικονομικά εύποροι τέσσερις Μαρωνίτες αδελφοί Π. Χατζέα, ήτοι οι Σταύρος, Ευστράτιος, Φώτιος και Ιωάννης, οι οποίοι ως μεγαλοεπιχειρηματίες εδραστηριοποιούντο στην Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη, την Αλεξάνδρεια και την Τρίπολη της Αφρικής, απεφάσισαν να ανεγείρουν με εξ ολοκλήρου «ιδίαις δαπάναις» το νέο οικοδόμημα της εκταταξίου Αστικής Σχολής Μαρωνείας. Έτσι γνωστοποίησαν την εν λόγω απόφασή τους προς τα μέλη της Δημογεροντίας Μαρωνείας δι’ επιστολής την οποία απέστειλαν από την Κωνσταντινούπολη στις 11 Μαρτίου 1905 και σε αυτή ανέφεραν τα κάτωθι:
«Costantinople 11 Μαρτίου 1905.
Αξιότιμοι Κύριοι, έχοντες πλήρη και ακριβή γνώσιν των σχολικών αναγκών της ημετέρας προσφιλούς πατρίδος Κωμοπόλεως Μαρωνείας, περί ης ου παυόμεθα μεριμνώντες και εν τη ξένη διατρίβοντες, εκρίναμεν πρόσφορον, όπως εν τω μέτρω των δυνάμεων ημών αναλάβωμεν την πλήρωσιν μιάς των μάλλον επειγουσών κοινοτικών αναγκών, ως τοιαύτην δε θεωρούμεν την ανέγερσιν κοινοτικού αρρεναγωγείου, του ήδη υπάρχοντος τοιούτου μη εκπληρούντος τας εκπαιδευτικάς της πατρίδος ανάγκας. Διά την ανέγερσιν του ως άνω αρρεναγωγείου, όπερ επιθυμούμεν να φέρη την επωνυμίαν «Χατζέϊος Σχολή» αναλαμβάνομεν να δαπανήσωμεν υπό την άμεσον ημών επίβλεψιν το ποσόν 900 έως 1100 λιρών οθωμανικών εν αις περιληπτέον και το αντίτιμον του αγορασθησομένου γηπέδου. Εν η περιπτώσει, ως ελπίζομεν, η προσφορά ημών αύτη γένηται δεκτή παρ’ υμών, της νομίμου κοινοτικής αρχής, παρακαλούμεν, όπως εγκαίρως το μεν υποδείχθη ημίν το κατάλληλον γήπεδον, ίνα προβώμεν εις την αγοράν αυτόυ, το δε απευθυνθή αρμοδίως παρά της Κοινότητος εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον η κεκανονισμένη αίτησις περί εκδόσεως της απαιτουμένης προς ανέγερσιν της Σχολής κυβερνητικής αδείας, ούτως ώστε η έναρξις της ανεγέρσεως να γένηται κατά Μάρτιον του 1906. Ταυτόσημον τω παρόντι ημών γράμματι απηυθύνθη και τω Σεβασμιωτάτω Μαρωνείας. Επί τούτοις παρακαλούμεν υμάς, όπως αποδεχθήτε την έκφρασιν των ειλικρινεστέρων ημών αισθημάτων και της πλήρους εκτιμήσεως των υποφαινομένων συμπολιτών.
Αδελφοί Π. Χατζέα.
Τη Αξιοτίμω Δημογεροντία της Κωμοπόλεως Μαρωνείας».
Ο τότε Μητροπολίτης Μαρωνείας Νικόλαος (1902-1914) ως ελάχιστο αντίδωρο στη μεγάλη δωρεά και γενναιόδωρη χορηγία των μεγατίμων Μαρωνιτών ευεργετών αδελφών Π. Χατζέα και προκειμένου να τιμήσει εμπράκτως την φιλοπατρία και φιλεκπαιδευτική χειρονομία τους, κατόπιν και της δικής τους προσωπικής επιθυμίας, εισηγήθηκε εγγράφως στην κοινοτική δημογεροντία της Μαρωνείας να ανακηρυχθούν ως «Μεγάλοι Ευεργέτες» της κοινότητός τους, ήτοι της ιδιαιτέρας πατρίδος τους, και να δοθούν, τιμής ένεκεν, τα ονόματά τους στη νεοαναγερθείσα Αστική Σχολή Αρρένων Μαρωνείας.
Το κείμενο της σχετικής επιστολής του Μητροπολίτου Μαρωνείας Νικολάου προς τους Εφοροεπιτρόπους και τους Δημογέροντες της Κοινότητος Μαρωνείας έχει ως εξής:
«Ιερά Μητρόπολις Μαρωνείας.
Αξιότιμοι Εφοροεπίτροποι και Δημογέροντες της εν Μαρωνεία Ελλ. Ορθ. Κοινότητος, τέκνα εν Χω αγαπητα, χάρις είη υμίν και ειρήνη παρά Θεού. Μετά χαράς ενδομύχου αγγέλοντες υμίν, ότι οι φιλογενέστατοι και ευεργετικώτατοι συμπολίται υμών αδελφοί Χατζέα διά γράμματος αυτών προς ημάς δηλούσιν ότι μεριμνώντες περί της προσφιλούς πατρίδος των Μαρωνείας αναλαμβάνουσι την πλήρωσιν μιάς των μάλλον επειγουσών αναγκών αυτής, ήτοι την ανέγερσιν αρρεναγωγείου «Χατζέϊος Σχολή» κληθησομένου, δι’ ην είναι πρόθυμοι να δαπανήσωσι 900-1100 οθωμανικάς λίρας, συμπεριλαμβανομένου και του αντιτίμου του οικοπέδου, προτρεπόμεθα υμάς πατρικώς, ίνα μη μόνον μετ’ ευγνωμοσύνης αποδέξησθε την γενναίαν ταύτην των ευγενών υμών συμπολιτών ευεργεσίαν, ου μόνον εκφράσητε αυτοίς τας ενθέρμους υμών τε και συμπάσης της κοινότητος ευχαριστίας, αλλά και ανακηρύξητε αυτούς δι’ επισήμου πρακτικού, ως εικός «Μεγάλους ευεργέτας της Κοινότητος Μαρωνείας», ου μόνο διότι αυτή καθ’ αυτήν η ευεργεσία των αύτη είνε μεγάλη, δι’ ην δίκαιον είνε ν’ απονεμηθή αυτοίς ο ρηθείς τιμητικός τίτλος αλλά και διότι, ως αντελήφθην εκ τε της ειρημένης επιστολής των μεγαθύμων αδελφών Χατζέα και εκ των προφορικών λόγων του εξ αυτών τιμιωτάτον κ. Ευστρατίου Χατζέα, η προς την φίλην πατρίδα Μαρώνειαν αγάπη αυτών είνε τόσον θερμή και μεγάλη, ώστε «ουδέποτε παύσονται μεριμνώντες περί των σχολικών αναγκών αυτής».
Επί τούτοις προσεπιδηλούντες Υμίν, ότι οι ρηθέντες μεγάτιμοι Αδελφοί επιθυμούσιν, ίνα η έναρξις της ανεγέρσεως της Σχολής γένηται κατά Μάρτιον του 1906, προτρεπόμεθα υμάς, ίνα φροντίσητε εγκαίρως να εξεύρητε και υποδείξητε αυτοίς το υπό πάσαν έποψιν, ως οίον τε, κατάλληλον γήπεδον, όπως προβώσιν εις αγοράν αυτού και ποιήσωμεν ακολούθως τα προσήκοντα διαβήματα προς έκδοσιν του υψηλού φιρμανίου. Η δε του Θεού Χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων υμών.
Εν Γκιουμουλτζίνη τη 21 Μαρτίου 1905 ολοπρόθυμος και διάπυρος υμών εν Χω Ευχέτης.
+ ο Μαρωνείας Νικόλαος».
Οι δημογέροντες της κοινότητος Μαρωνείας απεδέχθησαν την σχετική πρόταση και υπόδειξη του Μητροπολίτου Νικολάου και στη συνέχεια, αφού ανεκήρυξαν ομοφώνως τους γενναιόδωρους και φιλοπρόοδους αδελφούς Π. Χατζέα ως «Μεγάλους Ευεργέτες» της Μαρωνείας, απεφάσισαν να αναγραφούν τα ονόματα των φιλοπάτριδων και φιλόμουσων συμπολιτών τους υπεράνω της κεντρικής εισόδου της Αστικής Σχολής, όπου μέχρι και σήμερα υπάρχει αναγεγραμμένο μόνον το επίθετό τους.
Το «Πρακτικόν» της συνεδριάσεως της κοινοτικής Δημογεροντίας Μαρωνείας, με το οποίο οι αδελφοί Π. Χατζέα ανακηρύσσονται μεγάλοι ευεργέτες της κοινότητος, έχει ως εξής: «Πρακτικόν. Αι ανωτέρω κατακεχωρισμένοι δύο επιστολαί των εριτίμων Αδελφών κ.κ. Χατζέα και του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου ημών αγίου Μαρωνείας Κυρίου Νικολάου ανεγνώσθησαν εν συνεδρία των δύο σωματείων της κοινότητος ημών, ήτοι της Εφορείας και της Δημογεροντίας σήμερον τη 24η Μαρτίου 1905 σωτηρίου έτους και απεφασίσθησαν κοινή τα εξής:
Α) ανακηρύσσονται οι μεγάθυμοι και φιλογενέστατοι αδελφοί Χατζέα «Μεγάλοι Ευεργέται» της Κοινότητος ημών Μαρωνείας ου μόνο διά τας παρ’ αυτών εκάστοτε δαψιλευομένας δωρεάς υπέρ των Σχολείων ημών, διά τας εν γένει ευποιΐας αυτών, διά την ανόρυξιν φρέατος εν τη Καμπάνα, την διοχέτευσιν εν τη Σχολή ύδατος, την ανέγερσιν εν αυτή κρήνης, την περιτείχισιν του περιβόλου του Παρθεναγωγείου ιδίαις εαυτών δαπάναις, αλλά εξαιρέτως διά την φιλογένειαν, το φιλόπατρι και την μεγαλοδωρίαν των αναλαμβανόντων, ίνα ιδίαις δαπάναις αναγείρωσι Σχολήν των Αρρένων, ης λίαν επείγουσα εστίν η ανέγερσις υπό την επωνυμίαν ΧΑΤΖΕΪΟΣ ΣΧΟΛΗ υπέρ ης καταβάλλουσι το ανωτέρω εν ταις επιστολαίς αναφερόμενον σημαντικόν ποσόν.
Β) Αποφασίζεται ίνα κατ’ έτος την ημέραν του Ευαγγελισμού 25 Μαρτίου τελήται μυσταγωγία εν συλλειτούργω υπέρ υγείας και μνήμης αϊδίου των Μεγάλων Ευεργετών κ.κ. Αδελφών Χατζέα.
Γ) ίνα εκφρασθώσι θερμαί και πάνδημοι ευχαριστίαι δι’ επιστολής της Εφοροδημογεροντίας προς τους ειρημένους Μεγάλους Ευεργέτας.
Δ) ίνα διά της δημοσιογραφίας εκδηλώση η Κοινότης ημών την χαράν και ευγνωμοσύνην αυτής επί τη γενναία ευεργεσία, ην οι ειρημένοι κύριοι απλέτω χειρί και δαψιλεί τη παλάμη χορηγούσιν υπέρ της γενετείρας αυτών και
Ε) ίνα άνω της εισόδου της ανεγερθησομένης Σχολής επί μαρμάρου τεθή η εξής επιγραφή: Αδελφοίς Χατζέα η Κοινότης Μαρωνείας Μεγάλοις Ευεργέταις και Ιδρυταίς τήσδε της Σχολής Ευγνωμοσύνης Ένεκεν. Εν Μαρωνεία τη 24η Μαρτίου 1905. Οι Εφοροδημογέροντες…».
Μία ιδιαιτέρως πολύτιμη έγγραφη ιστορική πηγή περί της επικρατούσης εκπαιδευτικής καταστάσεως στις εν Δυτική Θράκη Ελληνορθόδοξες Κοινότητες είναι και η εν έτει 1907 υπηρεσιακή έγγραφη «Αναφορά-Έκθεση του Καθηγητού Γυμνασίου Αδριανουπόλεως Χ. Σκαλισιάνου ενεργήσαντος επιθεώρησιν Ελλην. Σχολείων περιοχών Δεδεαγάτς και Γκιουμουλτζίνη», την οποία υπέβαλε αρμοδίως στο εν Αδριανουπόλει Β. Προξενείο.
Στην εν λόγω έγγραφη Αναφορά-Έκθεση του Καθηγητού Χ. Σκαλισιάνου, υπό ημερομηνία 20 Ιανουαρίου 1907, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην εσωτερική εκπαιδευτική λειτουργία των Ελληνορθοδόξων Σχολών Μαρωνείας, στο ωρολόγιο πρόγραμμα, στο επίπεδο του εκπαιδευτικού προσωπικού, καθώς επίσης στις εγγενείς εκπαιδευτικές ελλείψεις και στις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος και των ακολουθουμένων εκπαιδευτικών μεθόδων κατά την διδασκαλία των μαθημάτων.
Ο Καθηγητής Χ. Σκαλισιάνος διά της γραφής του παρέχει μία αξιόπιστη ιστορική μαρτυρία για την επικρατούσα κοινοτική και εκπαιδευτική κατάσταση στην παλαίφατη και ιστορική ελληνορθόδοξη κοινότητα Μαρωνείας, την οποία καταγράφει ως εξής: «Εκ Γκιουμουλτζίνης ανεχώρησα την επομένην διά Μαρώνειαν, ίνα επιθεωρήσω τα εν αυτή σχολεία αφ’ ενός, συντελέσω δ’ αφ’ ετέρου, κατά παράκλησιν της Μητροπόλεως, και εις τον συμβιβασμόν των εκεί δύο κοινοτικών μερίδων, αίτινες ανακηρύξασαι ίδιον ταμίαν εκατέρα και πάντα χαλινόν αποπτύσασαι επέδειξαν ευτελή περιφρόνησιν προς το τελευταίον τούτο, καίτοι δεν έχει σχέσιν με τα καθήκοντα του επιθεωρητού των σχολείων, ότι κατώρθωσα εντός ολίγων ωρών, διαλεχθείς ιδία προς ένα έκαστον των προκρίτων των διαμαχομένων μερίδων και είτα προς όλους ομού και υπομνήσας αυτοίς τους κινδύνους του Γένους εκ των εξωτερικών πολεμίων και την εκ των κινδύνων τούτων ανάγκην ομονοίας προς αλλήλους και πειθαρχίας εις τους άρχοντας της Εκκλησίας και του Έθνους, να τείνωσι ούτοι αδελφικήν προς αλλήλους την χείραν και ν’ αποστείλωσι προς την Μητρόπολιν έγγραφον, δι’ ου εξέφραζον την μετάνοιαν των διά τα γενόμενα και ητούντο ευλαβώς συγγνώμην. Εφ’ ω και δι’ επιστολής του ο Γεν. Αρχιερ. Επίτροπος με ευχαρίστησε θερμώς.
Την επομένην μετά την επιθεώρησιν των σχολείων, περί ων κατωτέρω, συνεκάλεσα και πάλιν τους προκρίτους εις το σχολείον, ένθα ενώπιον αυτών εξέθηκα εις τους μαθητάς τα δεινοπαθήματα των ομογενών εν Ανατ. Ρωμυλία και Βουλγαρία και παρώρμησα αυτούς εις μίσος αδιάλλακτον κατά των Βουλγάρων. Οι λόγοι μου εκείνοι, οίτινες ύγραναν τους οφθαλμούς των μικρών μαθητών συγκινηθέντων, έσχον ευθύς απήχησιν εν ταις καρδίαις των παρόντων προκρίτων και άμεσον πρακτικόν αποτέλεσμα. Ούτοι συνελθόντες μετ’ ολίγον εν τη οικία εν η διέμενον απεφάσισαν αυθορμήτως να προβώσιν αμέσως εις την έξωσιν των δύο Βουλγάρων παντοπωλών, των μόνων Βουλγάρων κατοίκων Μαρωνείας, κηρύσσοντες κατ’ αυτών οικονομικόν πόλεμον, και εξέλεξαν προς τούτοις επίτροπον, ίνα περιέλθη την κωμόπολιν από οικίαν εις οικίας και συστήση τοις πάσι να μη αγοράζωσι τίποτε εκ των παντοπωλών των».
Ο Καθηγητής Χ. Σκαλισιάνος ως Πατριαρχικός Επιθεωρητής καταγράφοντας ειδικότερον τα της λειτουργίας του Αρρεναγωγείου της Ελληνορθοδόξου Κοινότητος Μαρωνείας αναφέρει τα κάτωθι: «Το αρρεναγωγείον Μαρωνείας είναι εξατάξιος αστική σχολή, εν η φοιτώσιν 84 μαθηταί και διδάσκουσι 4 διδάσκαλοι, εν οις και ο Διευθυντής Χρ. Οικονόμου, πτυχιούχος του άλλοτε εν Θεσσαλονίκη Διδασκαλείου. Το σχολείον τουτο εύρον εν οικτρά καταστάσει υπό πάσαν έποψιν. Των μαθητών της Ε΄ και Στ’ τάξεως, εν αις διδάσκει τα Ελληνικά ο Διευθυντής, η ανάγνωσις είναι μονότονος, ξηρά και βεβιασμένη, αι γραμματικαί των γνώσεις ατελέσταται, αυτός δ’ ο Διευθυντής περιπίπτει εις χονδροειδή σφάλματα εν τε τη ερμηνεία των συγγραφέων και εν τη διδασκαλία του τυπικού. Εν δε τη Ιστορία και Γεωγραφία οι μαθηταί, και μάλιστα των ανωτέρων τάξεων ευρίσκονται εις παντελή αμάθειαν. Το σχολείον κέκτηται πλήρη σειράν ιστορικών και γεωγραφικών χαρτών, της τελευταίας λαμπράς εκδόσεως του Συλλόγου προς διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, αλλ’ άπαντες ούτοι έκειντο εν τινι αιθούση εν κυλίνδροις συνεπτυγμένοι και ασφαλώς δεδεμένοι, εκ δε του αφθόνου κονιορτού, όστις επεκάθητο επ’ αυτών, ηδύνατο τις να εικάση ότι ουδέποτε εχρησιμοποιήθησαν. Ο Διευθυντής, επί τη ερωτήσει μου διατί οι χάρται ούτοι κατεδικάσθησαν εις αχρηστίαν, «ίνα μη φθείρωνται» μοι απήντησεν, ενώ οι μαθηταί του, εξεταζόμενοι εν τη ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, ον εθεώρει αναγκαίον να διδάσκη, παραλείπων όλως την του Μεσαιωνικού Ελληνισμού και την του αγώνος, και διηγούμενον εν ασυναρτησία και όλως μηχανικώς λεπτομερείας του μεταξύ Κορινθίων και Κερκυραίων πολέμου, ηγνόουν που κείται η Κέρκυρα, την δε Κόρινθον εζήτουν να εύρωσιν επί του χάρτου, όστις κατ’ εντολήν μου και προς έκπληξιν των μαθητών εξετυλίχθη, εν τη Μακεδονία».
Ο Πατριαρχικός Επιθεωρητής Χ. Σκαλισιανός αναφερόμενος στο επίπεδο του διδακτικού προσωπικού του εν Μαρωνεία Αρρεναγωγείου, με λόγο αληθείας και αντικειμενική κρίση, γράφει: «Ο εν λόγω Διευθυντής διδάσκει επί 17 όλα έτη, διευθύνει δε την σχολήν Μαρωνείας επί 9 ήδη συνεχή έτη και λαμβάνει ετήσιον μισθόν λίρας 48. Έχει νυμφευθή εν Μαρωνεία προ πολλού και έχει συνδεθή με τον τόπον τόσον στενώς, ώστε νομίζω αδύνατον να πεισθή η κοινότης να τον απολύση της υπηρεσίας, αφού άλλως τε πληρώνεται αποκλειστικώς παρά της κοινότητος, καθώς και όλον το προσωπικόν των σχολείων Μαρωνείας. Μη υποστάς ουδένα μέχρι τούδε έλεγχον παρ’ ουδενός, ουδέ φοβούμενος τοιούτον εν τω μέλλοντι, δεν εθεώρησε και αναγκαίον να μοχθήση υπέρ της μορφώσεως των τέκνων της Πατρίδος του, αφού άλλως τε και ανεπαρκώς πληρώνεται και οι μόχθοι του, εάν εμόχθει, ουδέποτε παρ’ ουδενός έμελλον ν’ αναγνωρισθώσι. Θα εξετέλει όμως το καθήκον του κάλλιον και θα ήτο όλως αλλοία η κατάστασις του σχολείου του, εάν εγνώριζεν ότι έμελλε ποτέ να εξελεγχθή η εργασία του παρ’ ανδρός ειδικού και τούτο φαίνεται εκ της κατά το διήμερον διάστημα της εν Μαρωνεία διαμονής μου συμπεριφοράς με άμα τη αφίξει μου, προσεπάθει να προκαταλάβη την περί του σχολείου του κρίσιν μου, διά διαφόρων μικρολόγων προφάσεων, ύστερον δε μετά την επιθεώρησίν μου, αφού επείσθη ότι απεκαλύφθη τέλεον η παντελής αμάθεια των μαθητών του και η οκνηρία του, έσπευσεν εις την οικίαν μου, ίνα μοι ομολογήση μετ’ αισχύνης το δίκαιον των πικρών παρατηρήσεων, ας απηύθυνα αυτώ ιδιαιτέρως και να με διαβεβαιώση μετά μετανοίας ειλικρινούς ότι εις το μέλλον θέλει εκτελέσει το καθήκον του συμφώνως προς τας οδηγίας μου, των οποίων τας πλείστας αυτός διά των ερωτήσεών του προεκάλεσεν. Εκ τούτου εσχημάτισα την πεποίθησιν ότι όντως εις το μέλλον θέλει εργασθή ευσυνειδητότερον και διά τας οδηγίας, ας έλαβεν, ως προς τον τρόπο της διδασκαλίας των διαφόρων μαθημάτων και της συντάξεως του προγράμματος, μάλιστα διά τον φόβον μελλούσης επιθεωρήσεως, ην επέσεισα κατ’ αυτού αναχωρών.
Εκ των τριών άλλων διδασκάλων του σχολείου μόνον ο γηραιός Δημ. Σακελλαρίου φαίνεται εκτελών καλώς το καθήκον του, οι δε δύο άλλοι, Σωτ. Νικόπουλος και Πασχ. Χ(ατζη)Ιωάννου, οίτινες και ως ιεροψάλται χρησιμοποιούνται, φαίνονται απασχολούντες μόνον τους μαθητάς, ίνα μη αργώσιν, αλλά δεν διδάσκουσι, διότι, ως και αυτοί ομολογούσιν, είναι αγράμματοι.
Το οικοδόμημα, εν ω λειτουργεί το σχολείον, ον υπ’ ενοίκιον, είναι σαθρόν και πεπαλαιωμένον και εν όλως ακαταλλήλω θέσει, ευτυχώς την έλλειψιν ταύτην πληρούσι μετ’ ου πολύ οι ευεργέται της κοινότητος αδελφοί Χαντζέαι, ανεγείροντες ιδία δαπάνη εν θέσει περιβλέπτω μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, ου τα θεμέλια έχουσιν ήδη τεθή».
Όσον αφορά την λειτουργία των εν Μαρωνεία συστεγαζομένων λοιπών εκπαιδευτηρίων, ήτοι του Νηπιαγωγείου και του Παρθεναγωγείου, καθώς και το επίπεδο του διδακτικού προσωπικού τους, ο Καθηγητής Χ. Σκαλισιάνος αναφέρει ότι: «Εν τω Νηπιαγωγείω και Παρθεναγωγείω, άτινα λειτουργούσιν ηνωμένα εν τω αυτώ καταστήματι, διδάσκουσι αι αδελφαί Δ(εσποινίδες) Αύρα και Κατ. Κλεάνθους, απόφοιτοι του εν Φιλιππουπόλει Ζαριφείου, λαμβάνουσαι αμφότεραι μισθόν λίρας 50. Το παρθεναγωγείον είναι τετρατάξιον και, αν και η εν αυτώ εργασία δεν είναι άμεμπτος, εν τούτοις παραβαλλομένη προς την εν τω αρρεναγωγείω, φαίνεται πολλώ πρακτικοτέρα και καρποφορωτέρα. Αι μαθήτριαι της Γ΄ τάξεως επί παραδείγματι, ένθα διδάσκει τα Ελληνικά η Διευθύντρια Δ(εσποινίς) Αύρα, αναγιγνώσκουσι λογικώτερον και φυσικότερον ή οι της Δ΄ τάξεως, ένθα διδάσκει ο Χρ. Οικονόμου».
Ο Πατριαρχικός Επιθεωρητής Καθηγητής του Γυμνασίου Αδριανουπόλεως Χ. Σκαλισιανός ως εν κατακλείδι της εγγράφου υπηρεσιακής Αναφοράς-Εκθέσεώς του προς το εν Αδριανουπόλει Β. Προξενείο αξιολογώντας με τον πλέον μελανό τρόπο την εκπαιδευτική και εν γένει διχαστική ενδοκοινοτική επικρατούσα κατάσταση στην παλαίφατη και ιστορική ελληνορθόδοξη κοινότητα Μαρωνείας γράφει τα κάτωθι: «Γενικώς δ’ ειπείν η εκπαίδευσις εν Μαρωνεία διατελεί εν μεγίστη καταπτώσει. Κυρία δ’ αιτία τούτου, νομίζω, είναι η φειδωλία, μεθ’ ης αγωνίζεται να συντηρήση τα σχολεία η Κοινότης ως εκ της οποίας φειδωλίας μη παρέχουσα εις τους διδασκάλους μισθούς ανεκτούς αδυνατεί να εύρη ανεκτούς τοιούτους. Μόλις 200 λίρας δαπανά κατ’ έτος εις το διδάσκον προσωπικόν των σχολείων της. Ενώ κοινότης οία η της Μαρωνείας, αριθμούσα υπέρ τα 2000 κατοίκων, εύπορος, αμιγως ελληνογενούς στοιχείου και έχουσα τόσους πλουσίους συμπολίτας εις το εξωτερικόν, ηδύνατο να διαθέτη πολλώ μείζον ποσόν διά την εκπαίδευσίν της.
Δι’ ο καλόν θα ήτο, νομίζω, ίνα αρμόδιαι Προξενικαί Αρχαί έπειθον τους εν Κωνσταντινουπόλει αδελφούς Χαντζέας ή άλλους εν Αιγύπτω πλουσίους Μαρωνίτας, όπως είτε δι’ ετησίων εράνων είτε άλλως πως προικοδοτήσωσι την γενέτειραν αυτών δι’ ετησίας προσόδου 100 τουλάχιστον λιρών, δι’ ων, προστιθεμένων εις τας 200, ας παρέχει η κοινότης, θα ήτο δυνατόν ν’ αποκτήσωσι τα σχολεία ταύτα διδακτικόν προσωπικόν αντάξιον του προορισμού του. Ίνα δε αρθή η δυσπιστία από των μελλόντων τούτων δωρητών, τολμώ να συστήσω, όπως εξευρεθή τρόπος, καθ’ ον χωρίς να θιχθή η φιλοτιμία της κοινότητος, ν’ ανατεθή η της επιχορηγήσεως ταύτης διαχείρισις και ο διορισμός του διδακτικού προσωπικού εις την εν Αθήναις επί της των εξωτερικών εκπαιδεύσεως Επιτροπήν, ήτις είναι η μόνη αρμόδια προς τούτο, ούτω δε θέλει εκλείψει και η σπουδαιοτέρα αφορμή σκανδάλων, άτινα συνήθως γεννώνται εκ των παρά των κοινοτήτων γενομένων μεταβολών επί του προσωπικού των σχολείων».
Υ.Γ.: Το παρόν ιστορικό κείμενο αφιερούται ευλαβώς στην ιερά και άληστο μνήμη των κατά καιρούς φιλοπρόοδων, φιλογενών και φιλοπάτριδων ευεργετών και δωρητών της ιστορικής και παλαιφάτου Ελληνορθοδόξου Κοινότητος Μαρωνείας.