Ιστορικές Σελίδες της Μητροπόλεως Μαρωνείας στη Σαμοθράκη (1899-1912)
Όταν το έτος 1646, επί της πατριαρχίας Ιωαννικίου του Β΄, κατηργήθη το πατριαρχικό εξαρχικό εκκλησιαστικό καθεστώς της Θάσου και της Σαμοθράκης, τα δύο αυτά «πατριαρχικά νησία», κατά το ίδιο έτος και επί της πατριαρχίας του ιδίου Οικουμενικού Πατριάρχου, υπήχθησαν στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της ανασυσταθείσας Μητροπόλεως Μαρωνείας προς ενίσχυση αυτής. Η Σαμοθράκη παρέμεινε υπό την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Μαρωνείας μέχρι και το έτος 1926, οπότε απεσπάσθη εξ αυτής και υπήχθη οριστικώς στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της νεοσυσταθείσας τότε Μητροπόλεως Αλεξανδρουπόλεως.
Από το έτος 1646, όπως ήταν φυσικό, για την επίλυση όλων των τοπικών εκκλησιαστικών, πολιτικών-διοικητικών, κοινοτικών, εκπαιδευτικών, οικονομικών και εν γένει κοινωνικών ζητημάτων, που κατά καιρούς ανεφύονταν και απασχολούσαν τους χριστιανούς κατοίκους της Σαμοθράκης, μεριμνούσε ο εκάστοτε Μητροπολίτης Μαρωνείας. Σε συνεργασία με τους εφοροδημογέροντες και τους προκρίτους της Σαμοθράκης, οι κατά καιρούς Μητροπολίτες Μαρωνείας, ως οι μόνοι αρμόδιοι προς τούτο, υπέβαλλαν συχνά, κατά την πάγια εκκλησιαστική πρακτική, εξ ονόματος του ποιμνίου τους, τα ποικίλα αιτήματά τους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο διά της καθιερωμένης υπηρεσιακής οδού προωθούσε την ικανοποίησή τους ενώπιον της Υψηλής Πύλης και του αρμοδίου κάθε φορά υπουργείου. Οι δε συνηθέστερες περιπτώσεις υποβολής τέτοιων εγγράφων αιτημάτων αφορούσαν την ανέγερση εκκλησιών, την ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, τη μείωση της κρατικής φορολογίας και την άμεση αντιμετώπιση από την Υψηλή Πύλη των διαμαρτυριών των οθωμανών χριστιανών υπηκόων, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις ευρίσκοντο αντιμέτωποι με την τυραννική και αυθαίρετη άσκηση της κρατικής εξουσία από τους κατά καιρούς διορισμένους τοπικούς οθωμανούς άρχοντες.
Η Υψηλή Πύλη και το αρμόδιο υπουργείο επιλαμβάνονταν του ανακύψαντος κάθε φορά ζητήματος ή του υποβληθέντος αιτήματος και απαντούσαν εγγράφως, κατόπιν της εκδόσεως και αποστολής και του σχετικού αυτοκρατορικού φιρμανίου, του υπουργικού ιστιλαμίου ή του τεσκερέ, όταν βέβαια η απόφαση στο συγκεκριμένο αίτημα ήταν θετική, προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο με τη σειρά του διεβίβαζε στο Μητροπολίτη Μαρωνείας την επίσημη απάντηση του αρμοδίου υπουργείου καθώς και το εκδοθέν σύνηθες υπουργικό ιστιλάμιο ή τον υπουργικό τεσκερέ.
Τα πέντε ανέκδοτα έγγραφα, που προέρχονται από τους κώδικες της πατριαρχικής αλληλογραφίας του Αρχειοφυλακίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου και πρωτοδημοσιεύονται στην παρούσα εισήγηση, είναι οι έγγραφες απαντήσεις του Πατριαρχείου, κατά μεν το πρώτο έγγραφο, προς το Μητροπολίτη Μαρωνείας Ιωακείμ Βαλασιάδη (1894-1900), κατά δε τα υπόλοιπα τέσσερα, προς το Μητροπολίτη Μαρωνείας Νικόλαο Σακκόπουλο (1902-1914). Οι δε ιστορικές μαρτυρίες που σώζονται στα συγκεκριμένα έγγραφα, αναφέρονται σε γεγονότα των τελευταίων ετών της οθωμανοκρατίας στη Σαμοθράκη και καλύπτουν τη χρονική περίοδο από το έτος 1899 μέχρι και το 1912.
Το πρώτο έγγραφο, με ημερομηνία 5 Μαρτίου 1899, είναι η απάντηση του Πατριαρχείου προς το Μητροπολίτη Μαρωνείας Ιωακείμ Βαλασιάδη, ο οποίος με προγενέστερη έγγραφη αναφορά του προς την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου διατραγωδούσε τα δεινά που υφίσταντο από επταετίας οι ορθόδοξοι χριστιανοί της Σαμοθράκης εξαιτίας των παράνομων και αυθαίρετων ενεργειών του μουδίρου Μουσταφά Σαμή εφένδη. Το Πατριαρχείο στην έγγραφη απάντησή του πληροφορεί το Μητροπολίτη Ιωακείμ ότι η οθωμανική κυβέρνηση αφού έλαβε σοβαρά υπ’ όψιν τις κατά του συγκεκριμένου μουδίρου έντονες διαμαρτυρίες των κατοίκων της νήσου, απεφάσισε την άμεση αντικατάστασή του.
Το δεύτερο έγγραφο του Πατριαρχείου, με ημερομηνία 7 Μαρτίου 1907, απευθύνεται στο Μητροπολίτη Μαρωνείας Νικόλαο Σακκόπουλο, τον οποίο πληροφορεί ότι σε ικανοποίηση του προτέρου υποβληθέντος αιτήματός του για την έκδοση από την Υψηλή Πύλη του σχετικού αυτοκρατορικού φιρμανίου προκειμένου να ανεγερθεί Παρθεναγωγείο στη Σαμοθράκη, εξεδόθη το σύνηθες υπουργικό ιστιλάμιο, το οποίο διαβιβάζεται για τα περαιτέρω.
Το τρίτο πατριαρχικό έγγραφο, με ημερομηνία 30 Απριλίου 1907, απευθυνόμενο προς τον Μαρωνείας Νικόλαο, αναφέρεται στην έκδοση του υπουργικού ιστιλαμίου για την ανέγερση σχολής στο χωριό Λάκκωμα της Σαμοθράκης, ύστερα και από την υποβληθείσα σχετική αίτηση του Μητροπολίτου στο Πατριαρχείο.
Στο τέταρτο έγγραφο του Πατριαρχείου, με ημερομηνία 17 Σεπτεμβρίου 1908, το οποίο εστάλη προς τον Μαρωνείας Νικόλαο, μαρτυρείται η έκδοση του συνήθους αυτοκρατορικού φιρμανίου για την ανέγερση αρρεναγωγείου στο χωριό Λάκκωμα της Σαμοθράκης, αφού είχε προηγηθεί και η υποβολή της σχετικής αιτήσεως του Μητροπολίτου στο Πατριαρχείο.
Τέλος, στο απαντητικό, πέμπτο κατά σειρά πατριαρχικό έγγραφο, με ημερομηνία 16 Ιουλίου 1912, προς τον Μαρωνείας Νικόλαο, μαρτυρείται ότι ήδη από το Δεκέμβριο του 1911 ο Μητροπολίτης είχε υποβάλει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, συνημμένη με τη δική του επιστολή, και την έγγραφη αναφορά των εφοροεπιτρόπων και προκρίτων της Σαμοθράκης, με την οποία ζητούσαν την άμεση παρέμβαση του Πατριαρχείου ενώπιον της οθωμανικής κυβερνήσεως προκειμένου να επιτευχθεί η αποδοχή των προταθέντων επανειλημμένως από τους ιδίους μέτρων για τη βελτίωση της επικρατούσας καταστάσεως στη νήσο. Σε απάντηση της εγγράφου αναφοράς των εφοροεπιτρόπων και προκρίτων της νήσου, το Πατριαρχείο διά του συγκεκριμένου εγγράφου διαβιβάζει, κατόπιν συνοδικής διαγνώμης, αντίγραφο σημειώματος του Καπουκεχαγιά των Πατριαρχείων, με το οποίο πληροφορεί το Μητροπολίτη Νικόλαο για τις γενόμενες ενώπιον της Υψηλής Πύλης ενέργειες και τα αποτελέσματά τους, προκειμένου να βελτιωθεί η τότε επικρατούσα οδυνηρά κατάσταση στους οικισμούς της Σαμοθράκης.