Ο Άγιος Προκόπιος ο Μεγαλομάρτυς
Ο Άγιος Προκόπιος έζησε και μεγάλωσε στην Ιερουσαλήμ τα χρόνια που αυτοκράτορας των Ρωμαίων ήταν ο Διοκλητιανός (290 μ.Χ.). Ο πατέρας του, ο Χριστοφόρος, ήταν ευσεβής άνθρωπος, σε αντίθεση με τη μητέρα του, την Θεοδοσία, που πίστευε στα είδωλα.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του τον πήγε στον αυτοκράτορα, ο οποίος τον έκανε ηγεμόνα της πόλης των Αλεξανδρέων και του έδωσε εντολή να καταδιώκει και να βασανίζει τους χριστιανούς. Έτσι ο Προκόπιος ξεκίνησε για την Αλεξάνδρεια.
Κατά την πορεία του, όμως, ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν αστραπές και βροντές και ταυτόχρονα άκουσε φωνή να τον καλεί με το όνομά του, που τον απειλούσε με θάνατο επειδή θα κατεδίωκε τους χριστιανούς και ταυτόχρονα και τον Αληθινό Θεό.
Μετά από αυτό το γεγονός, ο Προκόπιος παρακάλεσε Εκείνον που του μιλούσε να του φανερωθεί περισσότερο για να δει ποιος είναι. Τότε εμφανίστηκε μπροστά του ένας Σταυρός από κρύσταλλο και ακούστηκε μία φωνή να του λέει: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἐσταυρωμένος Υἱὸς τοῦ Θεοῦ». Μετά από αυτό το θαύμα, πίστεψε και έγινε χριστιανός.
Λίγο αργότερα, επιστρέφοντας από νικηφόρα αποστολή, η μητέρα του προσπάθησε να τον πείσει να θυσιάσει στα είδωλα. Κατάλαβε όμως ότι είχε γίνει χριστιανός και τον πρόδωσε στον αυτοκράτορα. Εκείνος διέταξε τον ηγεμόνα της Καισάρειας Ουλκίο να τον ανακρίνει. Αυτός τον χτύπησε πολύ μέχρι λιποθυμίας και μετά τον έκλεισε στην φυλακή. Με την χάρη του Κυρίου, όμως, οι πληγές επουλώθηκαν και απελευθερώθηκε από τα δεσμά.
Στη συνέχεια, οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων όπου με την προσευχή του κατάφερε και συνέτριψε τα είδωλα. Το θαύμα αυτό είχε ως αποτέλεσμα να πιστέψουν σ’ αυτόν πολλοί, ανάμεσα τους και η μητέρα του. Αμέσως δόθηκε εντολή να αποκεφαλιστούν όλοι όσοι είχαν πιστέψει, καθώς και να γίνουν φρικτά βασανιστήρια στον Προκόπιο. Ο Άγιος υπέμενε με πάρα πολύ μεγάλη καρτερία όλα αυτό και μάλιστα κατάφερνε να τα ξεπερνά με τη βοήθεια του Θεού. Τέλος, δόθηκε εντολή να τον αποκεφαλίσουν και έτσι παρέλαβε το στεφάνι της αιωνίου ζωής.
Αξίζει να αναφέρουμε πως περιγράφει τον βίο του Αγίου ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης:
Tούτο το θαύμα βλέποντες οι στρατιώται των δύω νουμέρων, και οι δύω τριβούνοι, Nικόστρατος και Aντίοχος ονομαζόμενοι, επίστευσαν εις τον Xριστόν, και εβαπτίσθησαν από τον Eπίσκοπον Λεόντιον, οίτινες κατά προσταγήν του βασιλέως απεκεφαλίσθησαν, και έλαβον τους στεφάνους του μαρτυρίου. Eπιάσθησαν δε και δώδεκα γυναίκες συγκλητικαί μαζί με την Θεοδοσίαν την μητέρα του Aγίου, αι οποίαι επίστευσαν τω Xριστώ διά το ανωτέρω θαύμα. Όθεν αφ’ ου πρώτον αυτάς έδειραν άσπλαγχνα, έκοψαν τα βυζία των, και με σιδηράς μπάλλας πυρωμένας έκαυσαν τας μασχάλας των, τελευταίον δε τας απεκεφάλισαν, και ούτως έλαβον της αθλήσεως τους στεφάνους. Mετά ταύτα έγινεν άλλος ηγεμών Φλαβιανός ονόματι, ο οποίος έφερε τον Άγιον εις εξέτασιν, και επειδή ο Mάρτυς δεν επείσθη να αρνηθή τον Xριστόν, τούτου χάριν επρόσταξεν ένα υπηρέτην Aρχέλαον ονομαζόμενον, διά να τον κτυπήση με το σπαθί εις την κοιλίαν. Eυθύς δε οπού εκείνος εσήκωσε το χέρι κατά του Aγίου, έπεσε κατά γης και εξέψυξεν. Έπειτα τεντώσαντες τον Mάρτυρα με σχοινία, έδειραν αυτόν με ωμά νεύρα, και τον έκαυσαν με αναμμένα κάρβουνα. Eπάνω δε εις τα καημένα μέλη του έχυσαν ξύδι. Eίτα έβαλαν εις το χέρι του κάρβουνα με λιβάνι. O δε γενναίος του Kυρίου αγωνιστής, εβάστασεν ακίνητον το χέρι του, έως οπού κατεκάη όλον. Δεν εσκόρπισε γαρ το λιβάνι, ίνα μη με τον σκορπισμόν του φανή εις τους ασεβείς, ότι επρόσφερε θυσίαν εις τα είδωλα. Ύστερον δε από όλα, εκρέμασαν τον αθλητήν, και έδεσαν τας χείρας του. Mέλλωντας δε να έμβη μέσα εις ένα φούρνον αναμμένον, κατεψύχρανε τούτον με την σφραγίδα και τύπον του τιμίου Σταυρού. Tελευταίον δε λαμβάνει την διά ξίφους απόφασιν, και ούτως αποκεφαλισθείς, προς Kύριον εξεδήμησεν. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εις τον μαρτυρικόν αυτού Nαόν, τον ευρισκόμενον πλησίον της Xελώνης, και καλούμενον Kονδύλιον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις την Kαλοκαιρινήν. O δε ελληνικός τούτου Bίος ευρίσκεται έν τε τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων, και εν άλλαις, ου η αρχή· «Διοκλητιανού και Mαξιμιανού την βασίλειον ιθυνόντων αρχήν».)»
Απολυτίκιο
«Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς τὴν εὐσέβειαν, κατηκολούθησας χαίρων ὥσπερ ὁ Παῦλος Χριστῷ, τῶν Μαρτύρων καλλονὴ Μάρτυς Προκόπιε, ὅθεν δυνάμει τοῦ Σταυροῦ, ἀριστεύσας εὐκλεῶς, κατήσχυνας τὸν Βελίαρ, οὐ τῆς κακίας ἄτρωτους, σῷζε τοὺς πόθω σὲ γεραίροντας».