Η σφαγή της Χίου, σαν σήμερα πριν από 200 χρόνια
Το ημερολόγιο έγραφε 30 Μαρτίου 1822, όταν στο νησί της Χίου άρχισε να γράφεται μια από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Λίγες εβδομάδες πρωτύτερα, στις 10 Μαρτίου του ίδιου έτους, στο νησί αποβιβάστηκε εκστρατευτικό σώμα Σαμιωτών, υπό τον Λυκούργο Λογοθέτη, και οι κάτοικοι αποφάσισαν να ξεσηκωθούν κατά του οθωμανικού ζυγού. Ηγετικό ρόλο είχε επίσης ο Αντώνιος Μπουρνιάς, ο οποίος υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα κατά την Αιγυπτιακή εκστρατεία και ήταν αυτός που κάλεσε τον Λογοθέτη να συνδράμει στην απελευθέρωση της Χίου.
Δυστυχώς, τα πράγματα δεν πήραν την τροπή που οραματίζονταν οι εμπνευστές της εξέγερσης. Ένας βασικός λόγος εκτιμάται ότι ήταν η απουσία υποστήριξης από άλλες περιοχές της Ελλάδας. Βοήθεια στη Χίο έστειλαν έγκαιρα μόνο οι Ψαριανοί.
Την ίδια στιγμή, ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ την εξέλαβε ως αχαριστία, αλλά και ως προσωπική προσβολή, την εξέγερση των Ελλήνων κατοίκων της Χίου, που εκείνη την εποχή ευημερούσαν και απολάμβαναν σημαντικά προνόμια από τους Οθωμανούς. Για τον λόγο αυτό θέλησε να δώσει αποφασιστική απάντηση, στέλνοντας στο νησί ισχυρές δυνάμεις του οθωμανικού στόλου.
Ο εχθρικός στόλος που απαρτιζόταν από δεκάδες καράβια και περί τους 7.000 άνδρες, έφτασε στις ακτές της Χίου στις 30 Μαρτίου 1822. Μετά από τον βομβαρδισμό της πρωτεύουσας του νησιού και την υποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για τα τραγικά γεγονότα που έμειναν στην ιστορία ως «Η σφαγή της Χίου» και συγκλόνισαν όλη την Ευρώπη εκείνη την εποχή.
Οι Οθωμανοί, που δεν είχαν πλέον να αντιμετωπίσουν σημαντική αντίσταση, προχώρησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και επιδόθηκαν σε ανήκουστες σφαγές άμαχου πληθυσμού. Οι σφαγιαρθέντες υπολογίζονται, κατά διαφορετικές εκτιμήσεις, μεταξύ 25.000 – 42.000. Περί τις 23.000 άνθρωποι πρόλαβαν να διαφύγουν προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο, ενώ άλλοι 47.000 έως 52.000 χριστιανοί κάτοικοι του νησιού φέρεται να αιχμαλωτίστηκαν και να πουλήθηκαν σε σκλαβοπάζαρα.
Γυναίκες και παιδιά στα σκλαβοπάζαρα
Αντίστοιχη είναι η περιγραφή του Άγγλου προξένου στη Σμύρνη, Francis Werry, σε αναφορά του προς τη Levant Company: «Στον δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω-κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα». Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύτηκε ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα, ενώ κατά τη γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους. Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822, ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.
Ο διεθνής αντίκτυπος
Η σφαγή της Χίου συγκλόνισε την κοινή γνώμη στην Ευρώπη και επαύξησε το ρεύμα φιλελληνισμού, μιας και ολοένα και περισσότεροι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονταν και συνειδητοποιούσαν τι συνέβαινε στην Ελλάδα. Ο ευρωπαϊκός τύπος ανέδειξε τη βαρβαρότητα των γεγονότων στη Χίο, χαρακτηρίζοντάς τα ως «πέραν πάσης περιγραφής».
Το φιλελληνικό κίνημα φούντωσε και πολλοί Ευρωπαίοι φιλέλληνες έσπευσαν προς ενίσχυση των εξεγερμένων Ελλήνων, ενώ αρκετοί Ευρωπαίοι καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν από τη σφαγή στη Χίο, συμβάλλοντας κι από την πλευρά τους στην περαιτέρω ευαισθητοποίηση της κοινή γνώμης. Γνωστός είναι ο ομώνυμος πίνακας («Σφαγή της Χίου») που ζωγράφισε ο Ευγένιος Ντελακρουά και εκτέθηκε στο Παρίσι.
Η «εκδίκηση» του Κωνσταντίνου Κανάρη