Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Ανδρέας Συγγρός: Μία εξέχουσα προσωπικότητα του 19ου αιώνα

Ο Ανδρέας Συγγρός (το πραγματικό του επίθετο ήταν Τσιγγρός, ωστόσο το άλλαξε για λόγους απλοποίησης), γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου του 1830 στην Κωνσταντινούπολη, σε μια σχετικά εύπορη οικογένεια.

Πατέρας του ήταν ο Δομένικος Τσιγγρός, γιατρός στο επάγγελμα και με καταγωγή από τη Χίο, και μητέρα του η Μονδινή Νομικού. Ολοκληρώνοντας τη σχολική εκπαίδευση, δεν ακολούθησε τα χνάρια του πατέρα του, όπως επιθυμούσε ο δεύτερος, αλλά σπούδασε στη σχολή του Θεόφιλου Καΐρη στην Άνδρο και μετέπειτα επέστρεψε στη Σύρο για να εργαστεί.

Τα πρώτα χρόνια, έχοντας μια απίστευτη όρεξη για το επιχειρείν και υπομονή για επαγγελματική ανέλιξη, εργάστηκε ως μαθητευόμενος σε κατάστημα, βοηθός λογιστή σε επιχείρηση φίλου του πατέρα του, ώσπου το 1849, κατάφερε να προαχθεί σε διευθυντικό στέλεχος της νεοσύστατης εταιρείας Βούρος, Δαμιανός και Σία. Επρόκειτο για μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις της εποχής και ασχολείτο με εισαγωγές και εξαγωγές προϊόντων από και προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Η απόφαση να ασχοληθεί με τα τραπεζικά και η μεγάλη επαγγελματική εξέλιξη

Λίγα χρόνια αργότερα, ορίστηκε συνέταιρος έχοντας δημιουργήσει μια σεβαστή περιουσία. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να ασχοληθεί με τα τραπεζικά. Μάλιστα, έφτασε σε σημείο το 1863 να δανείσει 6.000.000 δραχμές στο ελληνικό κράτος, μεταφέροντας λίγα χρόνια αργότερα, το 1867 την έδρα της ετερόρρυθμης εταιρίας του «Συγγρός, Κορωνιός και Σία» στην Αθήνα.

Ωστόσο, η επαγγελματική του πορεία δεν κύλησε χωρίς προβλήματα. Το 1871, επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Γαλλο – Πρωσικό Πόλεμο του 1870 – 1871, φτάνοντας ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία. Ακολούθησαν χρόνια ακμής, με δυσκολίες, αλλά και δυνατές συνεργασίες, όπως εκείνη της ίδρυσης της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως με τους Γεώργιο Κορωνιό, Στέφανο Σκουλούδη και Αντώνιο Βλαστό. Το 1872, είχε ιδρύσει στην Αθήνα με τον Ιωάννη Σκαλτσούνη, τη Γενική Πιστωτική Τράπεζα, ενώ τον επόμενο χρόνο αγόρασε το κτήμα των Ρου-Σερπιέρη στο Λαύριο και ίδρυσε την Ελληνική Λαυρίου.

Οι συναλλαγές της εποχής γίνονταν τότε στο καφενείο «Η Ωραία Ελλάς» στην Ομόνοια. Το 1881 ίδρυσε την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας, η οποία ωστόσο, λόγω προβλημάτων, το 1899 συγχωνεύτηκε με την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.

Σπουδαίο το φιλανθρωπικό του έργο

Μερικά από τα έργα στα οποία συμμετείχε είτε επαγγελματικά είτε φιλανθρωπικά, καθώς λέγεται ότι οι δωρεές του ξεπερνούσαν τα 5.000.000 δραχμές, ήταν ο σιδηρόδρομος Αθηνών – Λαυρίου, η διάνοιξη της Διώρυγας της Κορίνθου, η ίδρυση της Πανελληνίου Ατμοπλοΐας, η αποξήρανση της Στυμφαλίας, και η Εταιρεία σιδηροδρόμων Αθηνών – Πειραιώς. Ακόμα, το «Κτήμα Συγγρού» μεταξύ Αμαρουσίου και Κηφισιάς, το Νοσοκομείο Αφροδισίων και Δερματικών Παθήσεων «Ανδρέας Συγγρός» στην Αθήνα, μία πτέρυγα του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός» στην Αθήνα, το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών στην Πλατεία Κοτζιά (έχει κατεδαφιστεί πλέον), τις Φυλακές Συγγρού στην Αθήνα, εκεί δηλαδή που βρίσκονται σήμερα οι εργατικές κατοικίες του Ταύρου.

Όπως έγραψε και ο Σπύρος Μαρκεζίνης, «ήτο προικισμένος με τα προσόντα του μεγάλου επιχειρηματίου. Ήτο κυνικός εις τας διαπιστώσεις του, αλλά πάντοτε μέσα στα πράγματα. Και μόνον η επιγραμματική φράσις, με την οποίαν έκρινε τον Τρικούπην, όταν εκήρυξε την πτώχευσιν, αρκεί δια να χαρακτηρίση τον τρόπον του σκέπτεσθαι του ανδρός. Ηρκέσθη να είπη τότε λακωνικότατα, ότι και η πτώχευσις εχει την τέχνην της».

Αν και εκλέχθηκε περισσότερες από μία φορές βουλευτής, αρνήθηκε να ασκήσει τα καθήκοντα και ενώ το 1897 εξελέγη Δήμαρχος Αθηναίων, η εκλογή του ακυρώθηκε για τυπικούς λόγους, καθώς δεν ήταν γραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους.

Έφυγε από τη ζωή στις 13 Φεβρουαρίου 1899, με τον τότε Βασιλιά και το υπουργικό συμβούλιο να τον συνοδεύουν στην τελευταία του κατοικία.