Πέντε τάσεις που θα διαμορφώσουν τις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη την επόμενη 15ετία
Η ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας βρίσκεται στις συμπληγάδες δραματικών αλλαγών και πολλαπλών προκλήσεων. Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος έχουν εκτοξευθεί σε ιστορικά υψηλά, υπερβαίνοντας σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης το όριο των 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, σχεδόν τετραπλάσιες σε σύγκριση με τον ιστορικό μέσο όρο.
Το αυξημένο κόστος ηλεκτρικού ρεύματος οφείλεται στην άνοδο των τιμών φυσικού αερίου και άνθρακα, οι οποίες στις αρχές Οκτωβρίου είχαν ξεπεράσει τα 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα και τα 60 ευρώ ανά μετρικό τόνο αντιστοίχως.
Τα χαμηλά αποθέματα φυσικού αερίου στην Ε.Ε., εν όψει ενός χειμώνα που προβλέπεται βαρύς, έχουν προβληματίσει ιδιαίτερα τους παράγοντες της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας. Το συγκεκριμένο γεγονός, σε συνδυασμό με τις τιμές σε επίπεδα-ρεκόρ, καταδεικνύουν ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μια περίοδο έντονων διακυμάνσεων στις τιμές, που προβλέπεται να αναρριχηθούν σε νέα υψηλά, πιέζοντας το εισόδημα των νοικοκυριών και συμπαρασύροντας προς τα πάνω και τον πληθωρισμό.
Τα παραπάνω συνεπάγονται μια νέα πραγματικότητα για την ενεργειακή αγορά της Ευρώπης, για τις επιχειρήσεις υπηρεσιών κοινής ωφελείας, αλλά και για τους καταναλωτές.
Η McKinsey, σε ανάλυσή της, εντοπίζει πέντε τάσεις που θα διαμορφώσουν τον ευρωπαϊκό ενεργειακό κλάδο την επόμενη δεκαπενταετία και θα καθορίσουν την πορεία των τιμών ηλεκτρικού ρεύματος. Σύμφωνα με την ανάλυση, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να ξεχάσουν το φθηνό ρεύμα για την επόμενη δεκαετία.
Σταθερή αύξηση της ενεργειακής ζήτησης
Η ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα στην Ευρώπη αναμένεται να αυξάνεται σταθερά την επόμενη δεκαετία, με ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης 2% έως το 2035. Οι βασικοί παράγοντες που ωθούν προς τα πάνω τη ζήτηση είναι η διάδοση της ηλεκτροκίνησης στα μέσα μεταφοράς και η επιτάχυνση της παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου με τη βοήθεια της ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή το υδρογόνο που παράγεται με ηλεκτρόλυση του νερού.
Η κατάργηση του άνθρακα και της πυρηνικής ενέργειας
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις καταργούν σταδιακά τη χρήση άνθρακα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Αντιστοίχως, προς κατάργηση βαίνει και η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από πυρηνικά εργοστάσια. Στα τέλη του 2022, η Γερμανία θέτει εκτός λειτουργίας τον τελευταίο πυρηνικό αντιδραστήρα. Στη Γαλλία, η ενεργειακή στρατηγική της κυβέρνησης Μακρόν προβλέπει τη μείωση της πυρηνικής ενέργειας κατά 50% έως το 2025, με το κλείσιμο 14 αντιδραστήρων.
Η κατάργηση της χρήσης άνθρακα και το κλείσιμο των πυρηνικών εργοστασίων συνεπάγονται την ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτηση από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος.
Η παραγωγή από ΑΠΕ είναι σε άμεση συνάρτηση με τις καιρικές συνθήκες, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε προσφορά μικρότερη της ζήτησης. Την ίδια στιγμή, τα σχέδια της Ευρώπης για απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος -περίπου κατά 70% στο διάστημα από το 2021 έως το 2035- αναμένεται να συντελέσουν σε μεταβλητότητα των τιμών φυσικού αερίου. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ε.Ε., καθώς παράγει το 37% της εισαγόμενης ποσότητας. Η Ευρώπη κινδυνεύει να βιώσει έναν από τους χειρότερους χειμώνες των τελευταίων δεκαετιών, με το αυξημένο κόστος ενέργειας να πλήττει νοικοκυριά και βιομηχανίες.
Ο ζωτικής σημασίας ρόλος του φυσικού αερίου και των μπαταριών
Για να διασφαλισθεί η σταθερότητα των δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος, ο ενεργειακός κλάδος θα πρέπει να αναπληρώσει το κενό που θα δημιουργηθεί από την κατάργηση παραγωγικών μονάδων διακοπτόμενης ροής, όπως οι λιγνιτικές μονάδες ή οι πυρηνικοί σταθμοί. Οι μονάδες φυσικού αερίου και η χρήση των μπαταριών θα λειτουργήσουν εξισορροπητικά. Λόγω της αστάθειας της ηλιακής και αιολικής παραγωγής, χρειάζεται αύξηση της δυνατότητας αποθήκευσης ενέργειας. Με βάση τα στοιχεία που επικαλείται η McKinsey, από το 2030 έως το 2035, η χωρητικότητα των συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας στην Ευρώπη αναμένεται να υπερβεί τα 80 GW. Παράλληλα, το φυσικό αέριο θα παραμείνει βασική πηγή διακοπτόμενης ροής ηλεκτρικού ρεύματος, ειδικά σε περιόδους χαμηλής προσφοράς από ΑΠΕ.
Προς μια ενοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
H ΜcKinsey αναμένει επιτάχυνση των τάσεων σύγκλισης τα επόμενα χρόνια, προς την κατεύθυνση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής ενεργειακής αγοράς με διασύνδεση των ενεργειακών κόμβων. Οι διασυνοριακές ροές ηλεκτρικού ρεύματος αναμένεται να φθάσουν τις 200 τεραβατώρες ετησίως το 2030. Η Γερμανία αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος, αποτελώντας στρατηγικής σημασίας περιοχή για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις κοινής ωφελείας και τους προμηθευτές ρεύματος.
Το ενεργειακό σύστημα του μέλλοντος
Στο μέλλον, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα στηρίζεται στις ανανεώσιμες πηγές. Στη δεκαπενταετία έως το 2035, οι διαλείπουσες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα αντιπροσωπεύουν περίπου το 60% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος στην Ευρώπη, έναντι ποσοστού 35% το 2021. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι βέβαιο εάν η εγκαταστημένη παραγωγική ισχύς από ΑΠΕ θα επαρκεί για την κάλυψη των συνολικών ενεργειακών αναγκών.
Πηγή: moneyreview.gr