Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

«ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”»

Εγκαινιάστηκε το απόγευμα της Παρασκευής, 17 Σεπτεμβρίου, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, στην Αθήνα, η έκθεση «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”», η οποία τελεί υπό την αιγίδα της Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Παρούσα στην τελετή των εγκαινίων ήταν και η ίδια η Πρόεδρος, κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου, καθώς επίσης η Υπουργός Πολιτισμού της Ελλάδας, κ. Λίνα Μενδώνη.

Κατά τον χαιρετισμό της, η κ. Σακελλαροπούλου αναφέρθηκε στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, κάνοντας λόγο για μια περιφανή νίκη των χριστιανικών δυνάμεων κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας «σε μια ναυμαχία που αποτέλεσε σταθμό στη ναυτική τακτική και την ναυπηγική». «Η έκθεση αυτή ζωντανεύει ένα γεγονός που σφράγισε την ιστορία και τον πολιτισμό της Ευρώπης», επισήμανε η Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας και συνέχισε: «Απέδειξε ότι οι Οθωμανοί δεν ήταν αήττητοι στη θάλασσα, όπως πιστευόταν ως τότε, και ανέστειλε την περαιτέρω επέκτασή τους προς Δυσμάς. Ανέδειξε την ελληνική ναυτοσύνη, αφού πολλά από τα πληρώματα περιλάμβαναν και Έλληνες ναυτικούς, και αποτέλεσε την αφετηρία της μεγάλης ανάπτυξης της ελληνικής ναυτιλίας. Αναπτέρωσε το ηθικό των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής, δίνοντας το έναυσμα για μια σειρά επαναστατικών και συνωμοτικών ενεργειών εναντίον των Τούρκων οι οποίες, παρότι δεν τελεσφόρησαν, μαρτυρούν την ανάδυση της εθνικής συνείδησης στην περιοχή. Και ταυτόχρονα ενέπνευσε ζωγράφους, ποιητές και συγγραφείς».

Σε άλλο σημείο του χαιρετισμού της, η κ. Σακελλαροπούλου σημείωσε ότι «αφιερωμένη σ’ αυτήν την θρυλική ναυμαχία, τη μεγαλωτάτη βιτώρια των Χριστιανών, η έκθεση του Βυζαντινού Μουσείου μας μεταφέρει σε μια μεγάλη στιγμή της πρώιμης νεωτερικής περιόδου. Το πλούσιο ιστοριογραφικό αρχειακό και εποπτικό υλικό, τα αρχαιολογικά τεκμήρια και τα έργα τέχνης ξαναζωντανεύουν ένα στρατιωτικό γεγονός που προσέλαβε διαστάσεις σταυροφορίας στη συνείδηση του κόσμου και, μολονότι δεν άλλαξε ουσιαστικά την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ οθωμανικής αυτοκρατορίας και των κρατών που απάρτιζαν την Ιερά Συμμαχία, χαιρετίστηκε σαν μια νίκη με μεγάλη συμβολική σημασία».

Από την πλευρά της, η Υπουργός Πολιτισμού κ. Μενδώνη εξήγησε εισαγωγικά ότι η Έκθεση εντάσσεται οργανικά στο ευρύτερο πρόγραμμα του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας, που αφιερώνονται στη συμπλήρωση των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, το οποίο φέρει τον τίτλο «Από την Άλωση στην Παλιγγενεσία 1453-1821». Στόχος του προγράμματος αυτού, όπως επισήμανε, είναι να διερευνηθεί σε βάθος και να αναδειχθεί το εθνικό, θρησκευτικό, ιδεολογικό, κοινωνικό και ευρύτερο πολιτισμικό και ιστορικό υπόβαθρο της Ελληνικής Επανάστασης. Ένα υπόβαθρο που, όπως υπογράμμισε η κ. Μενδώνη, καταδεικνύει ότι «ο απελευθερωτικός αγώνας του 1821 δεν υπήρξε ένα αυθόρμητο ξέσπασμα πατριωτισμού ή ένα τυχαίο ιστορικό γεγονός, αλλά το επιστέγασμα των πόθων και των άθλων του Ελληνισμού για την επίτευξη ανεξάρτητης εθνικής υπόστασης. Ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας ζυμώσεων και προετοιμασίας σε πολλά τα επίπεδα, που ξεκίνησε λίγο μετά την Άλωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς, το 1453 για να κορυφωθεί στις αρχές του 19ου αιώνα».

Επικεντρώνοντας στο ιστορικό γεγονός της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου – ή του Λεπάντο, όπως έμεινε γνωστή στη Δύση – η Υπουργός Πολιτισμού την ενέταξε στα πλέον σημαντικά γεγονότα, που σημάδεψαν τη μακρά πορεία προς την παλιγγενεσία κα μαρτυρούν το ισχυρό φρόνημα και την αγωνιστική διάθεση των Ελλήνων ενάντια στην κυριαρχία των αλλόθρησκων Οθωμανών, ήδη από τον 16ο αιώνα. Όπως επισήμανε, «η ναυμαχία αυτή, η οποία διεξήχθη το 1571 στην είσοδο του Πατραϊκού Κόλπου –που τότε ονομαζόταν από τους Ενετούς «Κόλπος της Ναυπάκτου»– ανάμεσα, αφ΄ενός στον ενωμένο χριστιανικό στόλο του «Ιερού Αντιτουρκικού Συνασπισμού» της Ισπανίας, της Βενετίας, της Γένουας, των Ιπποτών της Μάλτας, των δουκάτων Σαβοΐας, Ουρμπίνο και Τοσκάνης και του Παπικού Κράτους, και αφετέρου στον ενιαίο στόλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συγκταλέγεται στις μεγαλύτερες ναυμαχίες όλων εποχών. “Η πιο μεγαλόπρεπη στιγμή που γνώρισαν οι περασμένοι ή τούτοι οι σημερινοί καιροί, ή που θα δούνε οι μελλούμενοι” σύμφωνα με τον Μιγκέλ ντε Θερβάντες, που πολέμησε στη μάχη με τίμημα τον βαρύ τραυματισμό του».

Περιγράφοντας αναλυτικότερα το ιστορικό πλαίσιο και διακρίνοντας ως μέγιστη συμβολή της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου αυτό που και πάλι διέγνωσε με τη διορατικότητά του ο Μιγκέλ ντε Θερβάντες, ότι «την ημέρα εκείνη διαλύθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο η μέχρι τότε υφιστάμενη πεποίθηση ότι οι Τούρκοι ήταν στη θάλασσα αήττητοι», η κ. Μενδώνη επισήμανε ότι αυτό το ιστορικό πλαίσιο αναδύεται και αναδεικνύεται με ιδιαίτερα αφηγηματικό και διδακτικό τρόπο μέσα από την Έκθεση «ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ 1571 – 450 Χρόνια από “τη μεγαλωτάτη βιτώρια των χριστιανών”», που αξιοποιεί σπουδαία ιστορικά αντικείμενα, τεκμήρια και έργα τέχνης, προερχόμενα από πληθώρα μουσείων και συλλογών της Ελλάδας, δημόσιων και ιδιωτικών, καθώς και πλούσιο ιστοριογραφικό αρχειακό και εποπτικό υλικό από μουσεία και βιβλιοθήκες της Ευρώπης.

Σημειώνεται ότι κατά κύριο λόγο το ιστορικό περιεχόμενο της εκθέσεως βασίζεται σε ευρωπαϊκό ιστοριογραφικό αρχειακό υλικό και πλαισιώνεται από σπουδαία αρχαιολογικά τεκμήρια και έργα τέχνης προερχόμενα από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κερκύρας, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, το Μουσείο Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων, τη Δημόσια Βιβλιοθήκη Ζακύνθου, το Πολεμικό Μουσείο, το Ναυτικό Μουσείο, το Μουσείο Ναυτικής Παράδοσης, τη Βρετανική Σχολή Αθηνών, το Ίδρυμα Ι. Κωστόπουλου, την Καθολική Αρχιεπισκοπή Επισκοπή Καθολικών Νάξου – Τήνου – Άνδρου & Μυκόνου, το Ιστορικό Εθνολογικό Μουσείο και τις ιδιωτικές συλλογές των Θανάση Μαρτίνου, Μιχαήλ Σκούλλου και Σπύρου Γαούτση. Εποπτικό υλικό προέρχεται επίσης από τα Αρχεία Σιμάνκας της Ισπανίας, το Ναυτικό Μουσείο Βαρκελώνης, το Εσκοριάλ, τη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας κλπ.

Η έκθεση θα παραμείνει ανοικτή για το κοινό έως τις 31 Ιανουαρίου 2022, τις ώρες λειτουργίας του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου.