Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου
Του Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία Ζάχαρου, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας
Η Κυριακή προ της Πεντηκοστής είναι αφιερωμένη στους Αγίους Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, που δογμάτισαν ότι ο Χριστός είναι αληθινός Θεός, ο κατά φύση Υιός του Θεού, και όχι κτίσμα, όπως διακήρυσσαν οι Αρειανοί. Η Κυριακή αυτή επίσης περικλείει μέσα της το μυστήριο της Πεντηκοστής.
Οι Πατέρες αυτοί ήταν εικόνα της Πεντηκοστής, διότι και δογμάτισαν θεοπρεπώς και ορθοδόξως, αλλά επίσης με το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος που κατείχαν, μπορούσαν να ενεργήσουν την αναγέννηση των μελών της Εκκλησίας και να γίνουν εν Πνεύματι Αγίω Πατέρες του θαυμαστού αυτού Σώματος για όλους τους αιώνες. Το χάρισμα αυτό παραμένει αποθησαυρισμένο στους κόλπους της Εκκλησίας και είναι η εσωτερική της δύναμη. Και οι Χριστιανοί αναγεννώνται ως τέκνα Αγίων Πατέρων και από αυτούς κληρονομούν το χάρισμα της Πεντηκοστής και γίνονται με τη σειρά τους πνευματικοί Πατέρες.
Παρατηρούμε ότι, της θεοπτίας στο Θαβώρ προηγήθηκε η ομολογία των τριών προκρίτων μαθητών με το στόμα του Πέτρου για τη θεότητα του Χριστού. Επίσης, τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή της Κυριακής του αγίου Γρηγορίου Παλαμά προηγείται η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Έτσι η Εκκλησία εκδιδάσκει ότι προϋπόθεση της θέας του Ακτίστου Φωτός είναι το ορθό δόγμα.
Τώρα, πριν «την μεθέορτον εορτήν» η Εκκλησία θέσπισε τη μνήμη των Αγίων Πατέρων, διότι χωρίς την πίστη στον Κύριο ως αληθινό Θεό και Σωτήρα του κόσμου, ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει μέτοχος της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Η προειδοποίηση της Εκκλησίας ότι η θεογνωσία και η σωτηρία είναι ανέφικτες χωρίς την αληθινή πίστη και το ορθό δόγμα, έρχεται σαν τελευταία προετοιμασία για το χάρισμα της Πεντηκοστής, σαν κατακλείδα της έντονης αναμονής που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή.
Η γνήσια, ζώσα θεολογία δεν είναι διανοητική η ακαδημαϊκή γνώση, αλλά καύση της καρδιάς που προσεγγίζει το μυστήριο του Προσώπου του Χριστού. Είναι καρπός του μυστηρίου της υπακοής, καρπός της μαθητείας «παρά τους πόδας» Πνευματοφόρων Πατέρων.
Με την επιδημία του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο δόθηκε το χάρισμα της πνευματικής πατρότητας, η οποία δεν νοείται πλέον ως παροδική πνευματική καθοδήγηση, αλλά ως οντολογική σχέση καρδιάς, κατά την οποία ο υποτακτικός μυείται στη γνώση και στο θέλημα του Θεού και κληρονομεί τη ζωή των αγίων Πατέρων του.
Οι πνευματοφόροι Πατέρες «ωδίνουν» με την προσευχή και τον λόγο τους τέκνα, τα οποία οδηγούν να αγαπήσουν βαθύτερα τον Χριστό και να συνάψουν ολοένα και θερμότερη σχέση μαζί Του. Στη ζωή της Εκκλησίας είναι κοινό μυστικό ότι, δεν υπάρχει μεγαλύτερη δωρεά για τον πιστό από την προσευχή του Πνευματικού του. Μέσα από το μυστήριο της υπακοής τα τέκνα γίνονται μέτοχοι των χαρισμάτων των Πατέρων τους και καταρτίζονται σε Πατέρες, που με τη σειρά τους θα μεταδώσουν την αλήθεια της πίστεως και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος σε αυτούς που με ταπείνωση υποτάσσονται στην εξουσία της αγάπης τους και τους παραδίδουν με εμπιστοσύνη την καρδιά τους.
Η ζώσα παράδοση της Εκκλησίας είναι σαν αλυσίδα. Κάθε Πατέρας είναι και ένας κρίκος της. Για να συναφθεί ο πιστός στην αλυσίδα αυτή και να γίνει ο ίδιος φορέας της ακατάλυτης ζωής που κυλάει μέσα της, πρέπει να προσδεθεί σε έναν από τους κρίκους της. Μέσω αυτού μυείται στη θεσπέσια κοινωνία των Αγίων και καθίσταται μέτοχος των χαρισμάτων τους.
Αρχιερατική προσευχή του Χριστού
Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής αυτής είναι η Αρχιερατική προσευχή του Χριστού, με την οποία ο Κύριος σφράγισε το έργο της σωτηρίας και το παρουσίασε στον Ουράνιο Πατέρα, ζητώντας να το σφραγίσει και Εκείνος με τη θεϊκή Του δόξα. Εν αντιθέσει προς τα άλλα τρία Ευαγγέλια, στο Κατά Ιωάννην δεν παρατίθεται περιγραφή της προσευχής του Χριστού στη Γεθσημανή. Ωστόσο, οι λόγοι του Κυρίου στη σημερινή περικοπή αποκαλύπτουν το περιεχόμενο της φρικτής και υπερφυούς αυτής προσευχής. Αποκαλύπτουν επίσης ότι η αιώνια ζωή δεν είναι μια φιλοσοφική αφηρημένη ιδέα, ούτε κάτι που υποσχέθηκε ο Θεός για το μακρινό και αβέβαιο μέλλον. Η αιώνια ζωή είναι η γνώση του αληθινού Θεού, δηλαδή η ένωση του ανθρώπου δια του Αγίου Πνεύματος με τον Μονογενή Υιό του Πατρός, Ιησού Χριστό, που αρχίζει από την παρούσα ζωή και τελειώνεται στην αιωνιότητα.
Ο νους κολλά σε έναν από τους τελευταίους στίχους: «Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος Σε ουκ έγνω». Ο Χριστός με την ψυχή Του «περίλυπον έως θανάτου» οδυνάτο που δεν γνώριζε ο κόσμος την άφθαρτη αγάπη του Πατρός, μάλλον που την απέρριψε. Ομοίως, και ο άνθρωπος που δέχεται τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, η οποία εγκαινίζει εντός του «νουν Χριστού», αποκτά τη συνείδηση ότι κάθε άνθρωπος είναι προορισμένος για τη μεγάλη κληρονομιά του Παραδείσου. Εμφορείται και αυτός από βαθειά λύπη και δέεται να μην εκπέσει κανείς του περισσού της ζωής που δωρεάν προσφέρει ο Θεός.
Πηγή: pemptousia.gr