Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Επιστολική αλληλογραφία του Αλεξάνδρου Υψηλάντη και του Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Φλέσα ή Παπαφλέσα κατά τις παραμονές της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821

Γράφει ο Ιωάννης Ελ. Σιδηράς*

– Ιστορικές επιστολές της προεπαναστατικής περιόδου οι οποίες διασώζονται στα υπό του ιδρυτικού μέλους της Φιλικής Εταιρείας Εμμανουήλ Ξάνθου δημοσιευθέντα εν έτει 1845 «Απομνημονεύματα Περί της Φιλικής Εταιρίας».

Όταν ο Νεοέλληνας ακούει το όνομα Εμμανουήλ Ξάνθος (Πάτμος, 1772-Αθήνα, 28 Νοεμβρίου 1852), η μνήμη του σχεδόν νομοτελειακά και αναπόφευκτα ανάγεται στην μυστική «Φιλική Εταιρεία» της οποίας κομβικής σημασίας ιδρυτικό μέλος υπήρξε κατά την προεπαναστατική περίοδο και συνέβαλε τα μέγιστα στην οργανωτική προετοιμασία της Εθνικής Παλιγγενεσίας καθώς και στην επιτυχή έκβαση αυτής κατά τα πρώτα βήματα αυτής, όταν και η σκέψη ακόμη για την επανάσταση των υπόδουλων ραγιάδων Ρωμιών εφάνταζε σχεδόν για όλους ως μία ανείπωτη τρέλα, αλλά πάντοτε και παντού οι κατά κόσμον σαλοί ενίκησαν και νικούν τον παράφρονα τούτο κόσμο και ένας εξ αυτών ήταν και ο φιλόπατρις και φιλογενής Εμμανουήλ Ξάνθος.

Ολίγα έτη μετά την απελευθέρωση του υπόδουλου Γένους και την ίδρυση του πρώτου ανεξάρτητου και ελευθέρου ελληνικού κράτους ο Εμμανουήλ Ξάνθος δημοσίευσε εν έτει 1845 τα «Απομνημονεύματα Περί της Φιλικής Εταιρίας» στα οποία είναι αποθησαυρισμένες πλείστες όσες επιστολές, αναφορές, εκθέσεις και λοιπά ιστορικά έγγραφα από την αλληλογραφία των μεγάλων πρωταγωνιστών κατά την περίοδο της προεπαναστατικής περιόδου της Εθνικής Παλιγγενεσίας που αποτελούν διαχρονικώς ανεκτίμητης ιστορικής αξίας γραπτές μαρτυρίες για τον τιτάνιο αγώνα της όλης προετοιμασίας της Εθνικής Επαναστάσεως των Ελλήνων εναντίον του Οθωμανού τυράννου δυνάστου.

Στα προλεγόμενα του πολυτίμου και βαρυτίμου αυτού ιστορικού πονήματος ο Εμμανουήλ Ξάνθος επισημαίνει ιδιαιτέρως προς την «Νεολαίαν της Ελλάδος» τα κάτωθι λίαν επίκαιρα μέχρι και σήμερα, αλλά δυστυχώς και τραγικώς όχι πάντοτε αυτονόητα για τους Νεοέλληνες: «Η Ελλάς Ελευθερωθείσα μετά πολυετείς αγώνας, βασιλεύεται ήδη. Η Ελλάς προαχθείσα τη θεία βοηθεία εις την τάξιν των ανεξαρτήτων επικρατειών, έλαβεν ήδη τον οικείον τόπον μεταξύ της μεγάλης Ευρωπαϊκής Οικογενείας. Το Ελληνικόν έθνος δεν είναι πλέον δούλον, αλλά συντρίψαν τον ζυγόν των πολλών αιώνων αιχμαλωσίας, ανέκτησε την αυτονομίαν του. Οι Πατέρες σας προ ενός αιώνος εργαζόμενοι διά την Ελευθερίαν εξεπλήρωσαν το προς την πατρίδα χρέος των. Από το 1829: ο υλικός αγών απεπερατώθη και νέον στάδιον δόξης ηνοίχθη διά την επερχομένην γενεάν.

Εν τω μέσω κινδύνων, εν τω μέσω τυραννίας, εν τω μέσω των δυστυχημάτων και των ταλαιπωριών, άνδρες ομογενείς περί πολλού την ελευθερίαν της πατρίδος ποιούμενοι, επεχείρησαν, προ ενός τετάρτου αιώνος, έργον γιγαντιαίον, έργον, το οποίον ολόκληρον τον κόσμον εξέπληξεν, και το έργον τούτο διά της θείας αντιλήψεως, διά τη επιμόνου του έθνους καρτηρίας, διά της βοηθείας των πολιτισμένων εθνών, εις πέρας έφερον, και επανήγαγον την ελευθερίαν εις τους κόλπους της αρχαίας πατρίδος της.

Η Ελλάς πολυειδώς περιορισθείσα δεν έφθασεν εις τον προορισμόν της. Ό,τι οι πατέρες σας ήρχισαν διά του πολέμου, υμείς πρέπει να διά των φώτων να αποπερατώσητε. Δι’ αυτών και μόνων η Ελλάς δύναται να ενώση και πάλιν την οποίαν η τύχη διήρεσε μεγάλην Ελληνικήν φυλήν.

Δημοσιεύων σήμερον τα όσα εδυνήθην να διασώσω έγγραφα των πρώτων εργασιών της Φιλικής Εταιρίας, σκοπόν άλλον δεν προτίθεμαι, ει μη να αποδείξω εις την νεολαίαν τους κόπους και τους αγώνας τους οποίους οι πατέρες των υπέφερον διά να θέσωσι τον πρώτον λίθον της εθνικής ανεξαρτησίας. Αυτούς ας μιμηθώσιν, αυτών τα παραδείγματα ας παρακολουθήσωσιν. Ο προς την παιδείαν ζήλος των Ελλήνων είναι πασίγνωστος και τα υπέρ της Ελευθερίας αισθήματα των ακαταμάχητα. Αλλ’ η εξακρίβωσις του παρελθόντος, η αληθής γνώσις των αιτιών και των αποτελεσμάτων των μεγάλων έργων, παρέχουσι μαθήματα πείρας, μαθήματα επωφελέστατα εις τους νέους, εις τους τα πρώτα βήματα του πολιτικού βίου προβαίνοντας.

…..ζώντες εις τον αιώνα των φώτων και του πολιτισμού, δεν δυνάμεθα να απαντήσωμεν καμμίαν δυσκολίαν εις την ανάπτυξιν της εθνικής μας ευημερίας. Το καλόν και κακόν θέλουν είσθαι επίσης των χειρών μας. Ας σπεύσωμεν διά των φώτων να αποκαταστήσωμεν το Ελληνικόν όνομα αγαπητόν, ας ανταποδώσωμεν εις τους ομογενείς μας των μη ελευθέρων επαρχιών, τα όσα ευεργετήματα μας εχορήγησαν διά της προς την παιδείαν προστασίας, την οποίαν με κίνδυνον της ζωής των πολλάκις έσωσαν και υπεστήριξαν. Οι πατέρες των συνέδραμον εις την ελευθερίαν της πατρίδας μας, ας τους συνδράμωμεν και ημείς διά των φώτων, προς ανάκτησιν της ηθικής των ελευθερίας».

Ο Εμμανουήλ Ξάνθος μεταξύ των μεγάλης ιστορικής αξίας εγγράφων τα οποία έχει διασώσει και αποθησαυρίσει στα «Απομνημονεύματα Περί της Φιλικής Εταιρίας» είναι και η επιστολή του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, υπό ημερομηνία 8 Οκτωβρίου 1820, με την οποία μόλις πέντε μήνες πριν από την έναρξη της Εθνικής Επαναστάσεως για την απελευθέρωση των υποδούλων ραγιάδων Ρωμιών, απευθύνεται με λόγο εθνεγερτήριο και πατριωτικό προς άπαντες του Αρχιερείς, Άρχοντες, Προεστώτες και Προύχοντες του Γένους της Ηπειρωτικής και Νησιωτικής Ελλάδος, τους οποίους αποκαλεί ως «ΑΝΔΡΕΣ ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΔΕΣ», προκειμένου αφού οι ίδιοι υπερβούν τους όποιους δισταγμούς, ενδοιασμούς και φόβους για το όλο όντως δυσχερές εγχείρημα και αφού αφυπνισθούν και πιστεύσουν στην ιδέα της Ελευθερίας και της ενόπλου Εθνικής Επαναστάσεως για την ανάσταση και αποκατάσταση του επί αιώνες δούλου Γένους, να εμπνεύσουν συνακόλουθα και τον φιλόπατρι λαό γενόμενοι μπροστάρηδες αυτής της όντως εθνικής ιδέας για την σωτηρία της Πατρίδος και των Ελλήνων.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης σε εκείνη την πολυσήμαντη εθνεγερτήρια επιστολή του έγραφε και διεκήρυττε μεταξύ άλλων και τα κάτωθι:

«Πανιερώτατοι και Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς, Ευγενέστατοι Άρχοντες και Προεστώτες, και πάντες οι Προύχοντες του Γένους, οι απανταχού εις την Στερεάν της Ελλάδος και εις τας Νήσους του Αρχιπελάγους διατρίβοντες.

ΑΝΔΡΕΣ ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΔΕΣ

Εις τας παρούσας κρισίμους περιστάσεις, ότε τα έθνη της Ευρώπης άπαντα αγωνίζονται να αποκτήσωσι τα εθνικά αυτών δικαιώματα, και να περιορίσωσι την δύναμιν των τυράννων, ήρχισε να ανατέλη και το λαμπρότερον άστρον της ευδαιμονίας της Ελλάδος.

Η ταχεία και ευτυχής διάδοσις των φώτων εις όλας τας κλάσεις του Γένους μας, διέλυσε το σκοτεινόν νέφος, το οποίον μέχρι τούδε κατεσκότιζε τα πνεύματα των ομογενών μας. Όλων οι οφθαλμοί ηνεώχθησαν, και τώρα πλέον παρασταίνεται έμπροσθεν αυτών η δουλεία με τα μισαρώτατα και αίσχιστα χρώματα. Τώρα όλοι κοινώς μικροί τε και μεγάλοι συναισθάνονται την βαρείαν ατιμίαν του να υποφέρωσιν εις το εξής τον καταδυναστεύοντα ζυγόν της τυραννίας. Τα υψηλά εκείνα αισθήματα, τα οποία πάλαι ποτέ ανύψωναν τους προπάτοράς μας υπέρ πάντα τα έθνη, και τους απεκατέσταιναν ήρωας, εμφολεύουσι σήμερον και εις τας ψυχάς των ομογενών μας. Όλων αι καρδίαι καταφλέγονται από τον προς την Πατρίδα Ιερόν Έρωτα. Αυτήν την Ιεράν Πατρίδα έχουσι κέντρον των πράξεών των. Αυτήν οδηγόν εις όλα των τα επιχειρήματα, και διά την ευδαιμονίαν αυτής απαρνούνται πάσαν μερικήν ευτυχίαν και ανάπαυσιν, καταφρονούσι τους μεγαλοτάτους κινδύνους, και είναι έτοιμοι να θυσιασθώσι.

Τον μεγάλον τούτον και ευγενή ενθουσιασμόν υπέρ της Πατρίδος, βλέποντες άνδρες φιλοπάτριδες, ως καλοί προνοηταί της ευδαιμονίας μας, απεφάσισαν να τον διευθύνωσιν εις τον ορθόν δρόμον, και να τον μεταχειρισθώσιν ως όργανον της ελευθερίας ημών και κοινής ευδαιμονίας, και προς τούτο το τέλος έδοσαν παντού τας αναγκαίας και προσηκούσας διαταγάς. Αλλ’ επειδή του κοινού λαού η άθηκτος ορμή, όταν δεν οδηγήται από την φρόνησιν, ημπορεί να επιφέρη μάλλον βλάβην παρά ωφέλειαν. Διά τούτο απεφάσισα και εγώ, ως πληρεξούσιος όλων τούτων των επιχειρημάτων, να εμπιστευθώ εις τας ημετέρας χείρας τους οίακας των κινημάτων αυτού, εύελπις ων, ότι καθώς μέχρι τούδε, διά της φιλογενείας σας και της πατρικής στοργής και κηδεμονίας εδυνύθητε να αποκτήσετε αγάπην και κοινήν υπόληψιν, θέλετε και τώρα μεταχειρισθή όλους τους δυνατούς τρόπους, διά να οδηγήσετε φρονίμως τον διακαή ζήλον του ποιμνίου σας, και να διοικήσετε καλώς τα κινήματά των.

Στέλλω δε προς υμάς τον κύριον Δημήτριον Θέμελην άνδρα φιλογενέστατον ενάρετον, και διά τον μεγάλον του πατριωτισμόν, γνωστόν και εις εμέ και εις ανωτέρους άλλους, όστις είναι προσταγμένος να σας ειπή τους σκοπούς μου, και να οδηγήση έκαστον εις όσα παρ’ αυτού ζητεί σήμερον η Πατρίς. Έχετε λοιπόν, φίλοι ομογενείς, εις αυτόν πεποίθησιν. Ακούσατε τους λόγους του και βάλετε τας οδηγίας του εις πράξιν, διότι εξ αυτών κρέμαται και η κοινή του γένους ευδαιμονία, και ενός εκάστου η μερική ευτυχία. Ας μη δειλιάση τις από τα προβλήματά του.

Ηξεύρω, ότι εις όλων τας καρδίας είναι ριζωμένη η μετρία εκείνη πρόληψις, ότι ποτέ μόνοι μας δεν ημπορούμεν να ελευθερωθώμεν, αλλά πρέπει να προσμένωμεν από ξένους την σωτηρίαν μας. Έκαστος νουνεχής ημπορεί να γνωρίση πόσον ψευδής είναι η πρόληψις αύτη, αρκεί μόνον να βαθύνη εις τα πράγματα της πατρίδας μας. Ρίψατε τα βλέμματά σας εις τας θαλάσσας, και θέλετε τας ιδεί κατασκεπασμένας από θαλασσοπόρους ομογενείς, ετοίμους να ακολουθήσωσι το παράδειγμα της Σαλαμίνος. Κυτάξετε εις τη ξηράν, και απανταχού βλέπετε Λεωνίδας, οδηγούντας φιλοπάτριδας Σπαρτιάτας. Κυτάξετε την ομόνοιαν, ήτις συνδέει των Ηρώων τούτων τας ψυχάς. Κυτάξετε την προθυμίαν και ζήλον αυτών!

Παραβάλετε τας εξαισίους ταύτας και μεγάλας αρετάς με την χαυνότητα, αδυναμίαν και εσωτερικήν ταραχήν του εχθρού μας και τότε αν ημπορείτε, είπατε, ότι από άλλους πρέπει να προσμένωμεν την σωτηρίαν μας. Ναι αδελφοί ομογενείς! Έχετε πάντοτε προ οφθαλμών, ότι ποτέ ξένος δεν βοηθεί ξένον, χωρίς μεγαλώτατα κέρδη. Το αίμα, το οποίον θέλουν χύσει οι ξένοι δι’ ημάς, θέλομεν το πληρώνει ακριβώτατα και ουαί εις την Ελλάδα! όταν συστηματική δεσποτεία ενθρονισθή εις τα σπλάχνα της. Όταν όμως μόνοι μας αποσείσωμεν τον ζυγόν της τυραννίας, τότε της Ευρώπης η πολιτική θέλει βιάσει όλας τας ισχυράς Δυνάμεις να κλείσωσι με ημάς συμμαχίας και επιμαχίας αδιαλύτους. Χαίρετε !

Αλέξανδρος Υψηλάντης

Το παρόν μου εσφραγίσθη και εδόθη.

Εν Ισμαήλ τη 8 Οκτωβρίου 1820».

Στην παρακάτω επιστολή του Αρχιμανδρίτου Γρηγορίου Δικαίου Φλέσα, γνωστού τοις πάσι ως Παπαφλέσσα, υπό ημερομηνία 22 Φεβρουαρίου 1821, η οποία διασώζεται στα ιστορικά «Απομνημονεύματα» του Εμμανουήλ Ξάνθου προς τον οποίο και απευθύνεται, διότι όπως φαίνεται ο εξωστρεφής, ιδιαιτέρως εκδηλωτικός και αυθόρμητος Παπαφλέσσας είχε ενοχληθεί από τις προς αυτόν συμβουλές του Εμμανουήλ Ξάνθου να μην ενεργεί με παρορμητικό τρόπο κατά τις παραμονές της Εθνικής Επαναστάσεως, εκφράζεται η δυσφορία του όντως γενναιόφρονος και παρορμητικού Αρχιμανδρίτου διότι μέχρι τότε δεν είχε καταφθάσει στην Ελλάδα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης για να τεθεί επικεφαλής της Εθνικής Επαναστάσεως, όπως διακαώς τον ανέμεναν οι υπόδουλοι Έλληνες, καθώς και για την αργοπορία του όλου εγχειρήματος, που, όπως ο ίδιος θεωρούσε, θα έπρεπε ήδη να είχε τεθεί σε εφαρμογή προκειμένου να στεφθεί με επιτυχία, αφού πάσα καθυστέρηση αποδυνάμωνε την αίσια έκβασή της Ελληνικής Εθνεγερσίας κατά των Οθωμανών τυράννων.

Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος έγραφε τότε με το γνώριμο ύφος του, τα κάτωθι:

«Αδελφέ Ξάνθε,

Δεν ηξεύρω διά τι περιωρίσθης εις τα αυτόθι, και άλλο δεν ηξεύρεις πλέον παρά να συμβουλεύης τον Δικαίον να μην ορμά κατά την συνήθειάν του και άλλα κουραφέξαλα. Ο Δικαίος, φίλε, έκαμεν ως επροστάχθη. Τα γράμματα έγειναν προς τα μέλη της Εταιρίας από μέρους της Αρχής. Αυτά ετοιμαζόμενα επολλαπλασιάσθησαν. Τί θέλεις η ευγένειά σου, να μην ακουσθή μικρά καν κίνησις; οι φρόνιμοι πρότερον σκέπτονται ταύτα, και ύστερον αποφασίζουν, και εις τας αποφάσεις μένουν σταθεροί. Θαυμάζω πόθεν προέρχεται η βραδύτης του Πρίγκιπος Αλ. Υψηλάντου και δεν εφάνη άχρι τούδε εις την Πελοπόννησον, περιμενόμενος περί πολλού, καθώς υπεσχέθη και διέταξεν εις το Ισμαήλ. Εγώ εξετέλεσα τας διαταγάς αυτού, και τα πρακτικά μου οπωσούν και προ ολίγων ημερών και τώρα εφανέρωσα εν εκτάσει γενικώς προς τους Αρχηγούς της Εταιρίας. Το παν των εργασιών μας επληρώθη. Οι Έλληνες εδώ και εις Ρούμελην ίστανται κεχηνότες, ως και οι Αρχιερείς και οι Προεστοί μας διέταξαν στρατηγούς. Εφρόντισαν και ικανά χρήματα, έγραψαν και προς ους έδει, ως προέγραψα, στείλαντες αποστόλους εις ευταξίαν των πραγμάτων, και συντόμως ειπείν έχουν τα ώτα αναπεπταμένα εις την φωνήν του. Αλλά τι δυστυχία εις τους αθλίους Έλληνας! Εν ω ελπίζαμεν να ίδωμεν εδώ τον Υψηλάντην όσον τάχιστα και ετοιμαζόμεθα, μανθάνομεν, ότι έτι χρονοτριβεί εις τα αυτόθι.

Φίλε, ο καιρός παρέρχεται και δεν προσμένει την εδικήν μου και εδικήν σου αργοπορίαν, η υπόθεσις αύτη, καθώς ηξεύρεις χρειάζεται τάχος, ότι επιφέρει ζημίαν εις την υπόθεσιν η βραδύτης και αμέλειά του. Εδώ είναι μέγας βρασμός, καθώς ίσως και άλλοθι διά τον πολλαπλασιασμόν των μελών της Εταιρίας, τα οποία συνενούμενα και συνδιαλεγόμενα αδύνατον να, μη δώσουν υπόνοιαν μικράν ή μεγάλην εις τους Τούρκους, και να φέρη υποψίαν διά προδοσιών, ως επέφερε και θεραπεύεται διά της φρονήσεως, και αν τις ασυμφωνία τα διαιρέση μικρόν τι, άφευκτα προσμένομεν μεγάλους κινδύνους. Λοιπόν, Φίλε, διά τους οικτιρμού του Θεού, επιταχύνατε να έλθη ο σεβαστός Πρίγκιψ, διότι αν παρέλθη εις μην και δεν φανή, οι εχθροί ως υποπτεύοντες δύνανται να βλάψουν τους Έλληνας ανεπαισθήτως, και τότε η αμαρτία, ας ήναι εις τον λαιμόν σας. Επειδή άνευ Υψηλού ονόματος δεν ηξεύρω, αν κατορθώσωμεν βιασμένοι, όσον πρέπει. Δεν εκτείνομαι, τα πάντα καλά, φοβούμεθα μόνον μήπως βραδύνει, και φοβούμεθα μεγάλως. Επειδή οι εδώ εχθροί δεν είναι, ως άλλων μερών, αλλ’ είναι πλέον έξυπνοι. Ο κομιστής Πατρίκιος, τον οποίον συνιστώ εις την φιλίαν σας, Ιθάκιος, θέλει σας ειπεί διά ζώσης φωνής. Λοιπόν ενεργήσατε τα υποσχεθέντα και σεις, επειδή η μεν ωφέλεια και το κέρδος εστί κοινόν, η δε ζημία και κατάκρισις εις βάρος σας.

Ο ηγεμών της Μάνης μ’ έγραψε ζητών βοήθειαν, επειδή ο Περραιβός μόνον δύω χιλιάδας γρόσια τω έδωσε, διό και εσυγχίσθησαν, πλην είμαι αναγκασμένος να εμπλαστρώσω και αυτό το πάθος, όσον δύναμαι. Έρρωσο.

Περικλείω εις το προς τους κυρίους εν γράμμα, όπου θέλετε ιδεί προδοσίαν φανερωτάτην, το οποίον σήμερον μοι εδόθη. Διό η ταχύτης είναι αναγκαιοτάτη, και φροντίσατε, ότι εκορυφώθη πλέον. Εάν δε από περιστάσεις εμποδίσθη ο Υψηλάντης, τέλος πάντων, ας σταλθή άλλος τις όμοιός του.

Ο σος

Γρηγόριος Δικαίος

Τη 22 Φεβρουαρίου, 1821.Εκ Πελοποννήσου».

Και ούτω εγένετο Ελλάς

*O κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς είναι Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός, καθώς και υπεύθυνος διαχειριστής του ιστολογίου “ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝ ΦΑΝΑΡΙΟΥ“.