Θεόκλητος Φαρμακίδης: Ο εκπρόσωπος τού Νεοελληνικού Διαφωτισμού μέλος τής Φιλικής Εταιρείας
Ο Διδάσκαλος τού Γένους, κορυφαίος Έλληνας διαφωτιστής και αγωνιστής τής ελληνικής Επαναστάσεως Θεόκλητος Φαρμακίδης (κατά κόσμον Θεόφραστος Φαρμακίδης) γεννήθηκε στη Νίκαια τής Λάρισας στις 27 Ιανουαρίου 1784, όπου μορφώθηκε και χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Θεόκλητος. Φοίτησε στη Μεγάλη τού Γένους Σχολή (1804-1806), στη Σχολή των Κυδωνιών (1806-1811) και στην Ακαδημία τού Ιασίου, όπου παρέμεινε για κάποιο διάστημα και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Τότε διορίστηκε εφημέριος στον ναό τού Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη, όπου παρέμεινε από το 1811 έως το1817 και συμπλήρωσε τη μόρφωσή του,μαθαίνοντας Λατινικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Εκεί γνωρίστηκε και με τον Απόστολο Αρσάκη, τού οποίου όμως δεν συμμεριζόταν την άποψη περί αρχαϊστικής γλώσσας. Από το 1816 μέχρι το 1818, μαζί με τον Κωνσταντίνο Κοκκινάκη, συνέχισε την έκδοση τής εφημερίδας «Λόγιος Ερμής», η οποία στήριζε τις γλωσσικές απόψεις τού Κοραή. Την ίδια εποχή ο Φαρμακίδης έγινε μέλος τής Φιλικής Εταιρείας. Από το 1819 έως το 1821 σπούδασε Θεολογία στο πανεπιστήμιο τού Γκαίτινγκεν στη Γερμανία, αφού ο φιλέλληνας λόρδος Γκίλφορντ τού εξασφάλισε τις δαπάνες των σπουδών του. Τον Μάιο τού 1821 ήρθε στην ηπειρωτική Ελλάδα, για να αγωνιστεί μαζί με τα αδέλφια του, και από εκεί πήγε στις Σπέτσες και στη συνέχεια στο στρατόπεδο των Βερβένων , όπου εντάχθηκε στο επιτελείο τού πρίγκιπα Δ. Υψηλάντη.
Ήταν ο εκδότης τής πρώτης ελληνικής εφημερίδας στα έως τότε απελευθερωμένα εδάφη «Ελληνική Σάλπιγξ». Στο πρώτο της φύλλο η εφημερίδα δημοσίευσε την Προκήρυξη τής 24ης Φεβρουαρίου 1821 τού Αλέξανδρου Υψηλάντη, την οποία είχε απευθύνει από το Ιάσιο για την επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Στο δεύτερο φύλλο της φιλοξένησε την έκκληση τού Υψηλάντη στους κατοίκους τής Λειβαδιάς, με την οποία τούς ζητούσε να βρίσκονται σε πολεμική εγρήγορση και ομόνοια, αλλά και να μην κακοποιούν άοπλους Τούρκους. Στο τρίτο φύλλο τής εφημερίδας, το οποίο ήταν και το τελευταίο, καταχωρίστηκε έκκληση τού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τής Μεσσηνιακής Συγκλήτου, με την οποία έκαναν γνωστό στους Ευρωπαίους ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν για την ελευθερία τους. Η κυκλοφορία τής εφημερίδας διακόπηκε, καθώς, όπως είπε ο Φαρμακίδης, «δεν ενέδωσα εις το δεσποτικόν μέτρον τής προεξετάσεως», δηλαδή τής προληπτικής λογοκρισίας. Τα τρία φύλλα τής εφημερίδας σώζονται και φυλάσσονται στη Βιβλιοθήκη τής Βουλής των Ελλήνων.
Ο Φαρμακίδης εξελέγη πληρεξούσιος σε αρκετές εθνοσυνελεύσεις. Συμμετείχε ως μέλος στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις και διορίστηκε μέλος τού Αρείου Πάγου Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος , έφορος τής Παιδείας και τής Ηθικής Ανατροφής των Παίδων και το διάστημα από το 1823 έως το 1825 δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία τής Κέρκυρας. Το 1825 διορίστηκε διευθυντής τού Εθνικού Τυπογραφείου και αρχισυντάκτης τής «Γενικής Εφημερίδος τής Ελλάδος», τής μετέπειτα «Εφημερίδος της Κυβερνήσεως».
Ήταν υποστηρικτής τού αγγλικού κόμματος, κάτι που τον έφερε αντιμέτωπο με τον Καποδίστρια. Έγραψε μάλιστα επικριτική επιστολή εναντίον του, για την οποία δικάστηκε και φυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκισή του πήγε στην Ύδρα, όπου συντάχθηκε με την αντικαποδιστριακή παράταξη, ενώ μετά τη δολοφονία τού Καποδίστρια διορίστηκε, στις 14 Απριλίου 1832, έφορος τού Γενικού και Προκαταρκτικού Σχολείου στην Αίγινα . Επί Αντιβασιλείας ήταν σύμβουλος τού Μάουρερ σε εκκλησιαστικά θέματα και εργάστηκε υπέρ τού αυτοκέφαλου τής ελληνικής Εκκλησίας. Το 1833 διορίστηκε Γραμματέας τής Ιεράς Συνόδου τής Εκκλησίας τού Βασιλείου τής Ελλάδος. Διακρίθηκε για την αγάπη του προς τη μάθηση, την οξύτητα τού πνεύματός του και την ελεύθερη σκέψη του, την οποία δεν θέλησε να περιορίσει ακόμα και όταν οι φιλελεύθερες ιδέες του τον έφεραν αντιμέτωπο με την Εκκλησία, που, παρ’ όλες τις υπηρεσίες που πρόσφερε σε αυτήν, τον απομόνωσε για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο Αναστάσιος Γούδας έγραψε στη βιογραφία του ότι το σπίτι τού Φαρμακίδη στην Αθήνα τα απογεύματα ήταν γεμάτο κόσμο, η συναναστροφή δε μαζί του ήταν ευχάριστη και διασκεδαστική. Ο οικοδεσπότης συνδύαζε ευφράδεια λόγου και πνεύματος. Λέει ακόμα ότι ήταν αφιλοχρήματος και διέθετε τα χρήματά του για τη θεραπεία των φτωχών. Διέθετε τα λίγα χρήματα που κρατούσε για τον εαυτό του για την αγορά βιβλίων. Όταν του προσφέρθηκε ο «Μεγαλόσταυρος τού Σωτήρος» , ως αναγνώριση των υπηρεσιών του στο έθνος, ο Φαρμακίδης αρνήθηκε να τον παραλάβει λέγοντας: «Εάν τι καλόν έπραξα, το εμόν καθήκον εξετέλεσα. Ικανή δε μοι έσεται αμοιβή η συνείδησις, ότι εξεπλήρωσα τούτο».
Ήταν ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (1836) και ένας από τους φίλους τού Αποστόλου Αρσάκη οι οποίοι τον συμβούλευαν να βοηθήσει τη Φ.Ε. στο έργο της. Πέθανε φτωχός στην Αθήνα το 1860.
Παναγιώτα Ατσαβέ
φιλόλογος – ιστορικός
Το συγγραφικό έργο του Φαρμακίδη
Μεταξύ των έργων του περιλαμβάνονται τα εξής:
Περί Ζαχαρίου υιού Βαραχίου. Αθήναι 1838
Ο ψευδώνυμος Γερμανός. Αθήναι 1838
Απολογία. Αθήναι 1840
Η Καινή Διαθήκη μετά Υπομνημάτων αρχαίων. Αθήναι 1842 – 1845
Στοιχεία ελληνικής γλώσσης. Αθήναι 1815
Χρηστομάθεια ελληνική. Αθήναι
Ο Συνοδικός Τόμος ή περί αληθείας. Αθήναι 1852
Απολογία Θ. Φαρμακίδου. Αθήναι, 1840