Η Τουρκία προκαλεί εκ νέου, ζητώντας αποστρατικοποίηση 6 ελληνικών νησιών
Το αίτημα για αποστρατικοποίηση ελληνικών νησιών του Αιγαίου, με τον ισχυρισμό ότι παραβιάζεται η Συνθήκη της Λωζάνης, επανέφερε η Τουρκία με τρεις νέες Navtex που εξέδωσε την Τρίτη.
Οι Navtex που εκδόθηκαν από την Υδρογραφική Υπηρεσία της Σμύρνης, αφορούν έξι νησιά και συγκεκριμένα: την Πάτμο, την Ικαρία, τη Σάμο, τη Χίο, τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
Ενόσω η Τουρκία συνεχίζει τις προκλήσεις, αν και τις προηγούμενες μέρες έτεινε χείρα φιλίας προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, η ελληνική πλευρά διαμηνύει ότι δεν είναι εύκολο να ξεγελαστεί η Ε.Ε. από την εκ του πονηρού εκδήλωση δήθεν “καλής θέλησης” της τελευταίας στιγμής.
Νίκος Δένδιας
“Αυτή την φορά, ανεξαρτήτως οψίμων δηλώσεων, η Τουρκία δεν είναι εύκολο να ξεγελάσει την ΕΕ”
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση στην οποία προέβη ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, κ. Νίκος Δένδιας, με αφορμή τη συνεχιζόμενη παρουσία του πλοίου Oruc Reis στην Ανατολική Μεσόγειο, μεταξύ Ρόδου και Καστελλορίζου. Ο κ. Δένδιας χαρακτήρισε προκλητική, επιθετική και παράνομη τη συμπεριφορά της Τουρκίας και διέκρινε πως αυτή η συμπεριφορά κλιμακώνεται μετά από πρόσφατη επέκταση της Navtex για σεισμικές έρευνες έως τις 29 Νοεμβρίου. “Η Τουρκία από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα, διαρκώς εντείνει τις παράνομες ενέργειές της στην Ανατολική Μεσόγειο, παραβιάζοντας κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας”, τόνισε ο Έλληνας ΥΠΕΞ και συνέχισε: “Προσπαθεί δια της βίας να δημιουργήσει τετελεσμένα σε βάρος κρατών – μελών της ΕΕ. Περιφρονεί τις σαφείς θέσεις και αποφάσεις της ΕΕ, αλλά και τις εκκλήσεις της Διεθνούς Κοινότητας. H Τουρκία απώλεσε δυστυχώς μία ακόμη σημαντική ευκαιρία να διακόψει, όσο κάτι τέτοιο θα είχε νόημα, την παράνομη κατ’ εξακολούθηση συμπεριφορά της. Είναι πια φανερό και καθίσταται κοινός τόπος στην Ευρώπη ότι η Τουρκία έχει επιλέξει, να δρα υπονομευτικά του Διεθνούς Δικαίου και των ευρωπαϊκών στοχεύσεων. Έχει επιλέξει να συμπεριφέρεται ως αναθεωρητικός, αποσταθεροποιητικός παράγοντας, επικίνδυνος για την ασφάλεια της άμεσης και ευρύτερης περιοχής, αλλά και για τις προτεραιότητες και τις αξίες που εκφράζει και προωθεί η ΕΕ”.
Ο κ. Δένδιας επισήμανε στη δήλωσή του ότι αν και τα σημεία από την αρχή δεν άφηναν ιδιαίτερα περιθώρια αισιοδοξίας, η Ελλάδα, όλη την προηγούμενη περίοδο, δήλωνε συστηματικά έτοιμη για διάλογο, εάν σταματήσουν οι προκλήσεις. “Διατηρούμε εδραία την πεποίθηση ότι αυτός είναι ο μόνος σύννομος τρόπος επίλυσης της διαφοράς που έχουμε με τη γείτονα χώρα”, σημείωσε, υπενθυμίζοντας ότι στο ίδιο πνεύμα και η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθυστερώντας αποφάσεις για μἐτρα και κυρώσεις, δήλωνε διατεθειμένη να εξετάσει ένα θετικό θεματολόγιο ενεργειών και πολιτικών έναντι της Τουρκίας, υπό την ίδια όμως προϋπόθεση: Να σταματήσουν οριστικά οι τουρκικές παράνομες ενέργειες.
Πλέον, εφόσον η Άγκυρα με τις νέες παράνομες ενέργειές της δυναμιτίζει την προοπτική για διάλογο με την Αθήνα, δυστυχώς, όπως παρατήρησε ο κ. Δένδιας, “δεν αφήνει περιθώριο για οποιοδήποτε θετικό θεματολόγιο στο προσεχές Ευρωπαϊκό Συμβούλιο”. Προσέθεσε δε ότι “έχοντας αρνηθεί με τις πράξεις της, οποιαδήποτε κίνηση που θα σηματοδοτούσε, έστω και κατ’ ελάχιστον, αλλαγή στη στάση της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου και διάθεση ανταπόκρισης στις εκκλήσεις της ΕΕ, η Τουρκία κλείνει μόνη της το παράθυρο ευκαιρίας που είχε ανοίξει με την δική μας θετική στάση και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου”.
“Δόθηκε στην Τουρκία κάθε ευκαιρία μέχρι σήμερα, αλλά δεν ανταποκρίθηκε”, επισήμανε ο Έλληνας ΥΠΕΞ, και συνέχισε διαμηνύοντας: “Οιαδήποτε εκ του πονηρού εκδήλωση δήθεν “καλής θέλησης” της τελευταίας στιγμής, οποιαδήποτε προσχηματική “θετική” χειρονομία, θα έχει μόνο στόχο να αμβλυνθεί η εικόνα της κατ’ εξακολούθηση απαράδεκτης παραβατικής συμπεριφοράς. Αυτή την φορά, ανεξαρτήτως οψίμων δηλώσεων, η Τουρκία δεν είναι εύκολο να ξεγελάσει την ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι αφελής”.
Καταληκτικά, ο κ. Δένδιας σημείωσε πως η Ελλάδα “βεβαίως μένει πάντα πιστή στην ιδέα του ειλικρινούς διαλόγου. Αλλά απαιτεί ως προς τούτο συνομιλητή που θα έχει αποδείξει την υπακοή του στο Διεθνές Δίκαιο ως διαρκή επιλογή και όχι ως σημαία ευκαιρίας”.