Generic selectors
Exact matches only
Search in title
Search in content
Post Type Selectors

Τι γνωρίζουν και τι πιστεύουν για τον κορωνοϊό οι Έλληνες

Ιδιαιτέρως υψηλό χαρακτηρίζεται το ποσοστό των Ελλήνων που πιστεύουν ότι ο κορωνοϊός αναπτύχθηκε από ανθρώπους μέσα σε εργαστήρια. Συγκεκριμένα, το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 45,6%, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων – CLEO. Η έρευνα διενεργήθηκε μέσω τηλεφώνου και μέσω διαδικτύου (50-50%), και είναι μία από τις πρώτες μελέτες που εξέτασαν τις γνώσεις, τις αντιλήψεις και τις πρακτικές του γενικού ενήλικου πληθυσμού στην Ελλάδα, σχετικά με την COVID-19. Οι ηλικίες των συμμετεχόντων στην έρευνα κυμαίνονταν από 18 έως 90 έτη και το 1/3 από αυτούς ανήκαν σε κάποια ευπαθή ομάδα.

Από αυτούς που πιστεύουν στην “κατασκευή” του κορωνοϊού από ανθρώπους, το υψηλότερο ποσοστό ήταν άτομα σε μεγαλύτερες ηλικίες, άνω των 24 ετών και με σταδιακά αυξητική τάση. Όσον αφορά το φύλο, οι γυναίκες υπερείχαν των ανδρών. Ως προς τη μόρφωση, την “κατασκευή” του κορωνοϊού υποστήριζε χαμηλότερο ποσοστό ατόμων που έχουν λάβει πανεπιστημιακή εκπαίδευση, σε αντίθεση με όσους έχουν λάβει μόνο πρωτοβάθμια εκπαίδευση.

Σε ό,τι αφορά τις μεθόδους πρόληψης, πιο δημοφιλείς μεταξύ των ερωτηθέντων αναδείχθηκαν το πλύσιμο των χεριών και η τήρηση ασφαλούς απόστασης. Για τα πέντε πιο κοινά συμπτώματα, που σχετίζονται με τη νόσο COVID-19, περισσότερες πιθανότητες να τα γνωρίζουν συγκέντρωναν οι γυναίκες και τα άτομα άνω των. Επισημαίνεται ότι το 11,2% των ερωτηθέντων πίστευαν λανθασμένα ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται μέσω ζώων ή κουνουπιών και το 27,6% μέσω των τροφών.

Από την έρευνα προκύπτει, επίσης, ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων έχει ως κύρια πηγή πληροφόρησης και ενημέρωσης για την πανδημία τα ΜΜΕ. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι τα ΜΜΕ αποτελούν βασικό δίαυλο που επηρεάζει την κοινή γνώμη και θα μπορούσαν να προκαλέσουν αλλαγή συμπεριφοράς.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το εύρημα ότι άτομα που ανήκουν σε ευπαθή ομάδα δήλωσαν πως η πανδημία βελτίωσε τη στάση τους απέναντι στα εμβόλια. Γενικότερα, όσοι άρχισαν να έχουν πιο θετική στάση απέναντι στα εμβόλια, λόγω της πανδημίας, ανέφεραν ότι είναι πιο πιθανό να κάνουν φέτος το εμβόλιο της γρίπης σε σχέση με τον περασμένο χρόνο, αλλά και το εμβόλιο για την COVID-19 όταν θα είναι διαθέσιμο.

Αντίστοιχα, όσοι πιστεύουν ότι ο κορωνοϊός μεταδίδεται πιο εύκολα από τον ιό της γρίπης Η1Ν1, δηλώνουν ότι πλένουν συχνότερα τα χέρια τους και ότι προτίθενται να κάνουν το εμβόλιο για την COVID-19 όταν γίνει διαθέσιμο. Εξίσου διατεθειμένοι να κάνουν το εμβόλιο δήλωσαν και όσοι πιστεύουν πως ο κορωνοϊός είναι πιο θανατηφόρος.

Τέλος, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν σχετικά με τα κίνητρά τους για να απομονωθούν κοινωνικά αυτοβούλως. Ως βασικότερα κίνητρα ανέφεραν το φόβο μετάδοσης του ιού σε άλλους και την επιθυμία να μειωθεί η διασπορά της νόσου στην κοινότητα, ενώ ο φόβος για τη δική τους ζωή ήταν αυτό που αναφέρθηκε λιγότερο ως κίνητρο. Θα μπορούσε, λοιπόν, να ενισχυθεί η κοινωνική απομόνωση εάν δοθεί έμφαση στο κοινό καλό.

Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι γνώσεις, οι αντιλήψεις και οι πρακτικές του κοινού επηρεάζονται από κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά, όπως η ηλικία, το φύλο και η εκπαίδευση. Έδειξε, επίσης, ότι συγκεκριμένες αντιλήψεις σχετικά με τη μετάδοση των ασθενειών μπορούν να βελτιώσουν την τήρηση των μέτρων ελέγχου και προστασίας, τα οποία παίζουν καθοριστικό ρόλο στη μείωση της διασποράς και στον έλεγχο της εξάπλωσης της νόσου, αλλά και να ενισχύσουν τις πολιτικές πρόληψης έναντι μελλοντικών επιδημικών κυμάτων, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά.

«Δεδομένου ότι έως σήμερα δεν υπάρχει ούτε αποτελεσματική θεραπεία, ούτε εμβόλιο για την COVID-19, αλλά και ότι αναμένουμε το δεύτερο κύμα της πανδημίας, τα ευρήματα της παρούσας έρευνας μπορεί να είναι εξαιρετικά πολύτιμα για τους αξιωματούχους της δημόσιας υγείας της χώρας μας, καθώς μας δίνουν πληροφορίες σχετικά με πληθυσμιακές ομάδες στις οποίες χρειάζεται να εστιάσουν στοχευμένες παρεμβάσεις πρόληψης ή καμπάνιες ενημέρωσης για τον περιορισμό της διασποράς του ιού και την αποφυγή μελλοντικών κρίσεων δημόσιας υγείας», τόνισε ο Δρ. Θεοκλής Ζαούτης, Επιστημονικός Διευθυντής του CLEO.